Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2016

δεκέμβριος 2016 _ 9 ποιήματα για την έμιλυ












Άννα Γρίβα

ΝΥΧΤΑ

Όλοι δικαιούνται το πρωί –
Σε μερικούς αξίζει – η Νύχτα*

Κάποιοι ακούνε χτύπους κουπιών
άλλοι τσεκούρια και φωνές ξυλοκόπων

κανένας δεν βλέπει
το μαύρο καράβι
και τα δέντρα που πέφτουν
στο βάθος της νύχτας.


* Έμιλυ Ντίκινσον, Ποιήματα (μτφρ.: Μαρία Δαμολή), εκδ. Γιαλός, 2011

~

Δήμητρα Κωτούλα


ΤΟΣΟ ΑΠΑΛΟ ΟΣΟ ΤΟ ΜΑΚΕΛΕΙΟ ΤΩΝ ΗΛΙΩΝ
ΣΦΑΓΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΣΠΑΘΙΑ ΤΟΥ ΔΕΙΛΙΝΟΥ*

Dear Mr. Higginson,
Your kindness claimed earlier gratitude…You asked how old I was? I made no verse – but one or twountil this winter – Sir…’
                                                                                       Γράμμα 261, 25 Απριλίου 1862

«Άραγε ανασαίνουν;
Αυτοί οι στίχοι άραγε ανασαίνουν;

Ξέρετε –
Eνίοτε δεν μπορώ να κυβερνήσω τον εαυτό μου
Και όταν προσπαθώ να οργανωθώ
Η μικρή μου δύναμη τινάζεται
Και με αφήνει γυμνή –
Σφαγμένη
Πριν από οχτώ Σάββατα έφτιαχνα ένα γλυκό
Όταν είδα να εξελίσσεται μια μεγάλη σκοτεινιά
Κάτι απαλό και σκοτεινό
Τόσο απαλό όσο –
Όμως είναι γνωστό πόσο απεχθάνομαι το κοινότοπο.

Λοιπόν –
Με ρωτήσατε πόσων χρονών είμαι:
Αυτόν τον χειμώνα δεν έχω γράψει άλλους στίχους
Εκτός από έναν ή δύο
Δεν ξέρω πώς να μεγαλώσω
Ή μάλλον
Μεγάλωσα
Μεγάλωσα λοξά – »


* Συνέθεσα το ποίημα αυτό, για την γενέθλια επέτειο της Dickinson, παρακινημένη από τους δύο της στίχους από το ποίημα 1146 και από το απόσπασμα του γράμματός της στον T.W. Higginson. Πρόκειται για ένα ποίημα φτιαγμένο από στίχους σχεδόν αποκλειστικά δικούς τηςένα ποίημα από την Dickinson για την Emily.

~

Παυλίνα Μάρβιν

[Γάταρε αφέντη...]

Γάταρε αφέντη
του Κοροβιόφ συνοδοιπόρε
και της παρέας του Διαβόλου αρχηγέ
–χωρίς μήτε κι ο Διάβολος να το γνωρίζει–
αν σου έλεγα πως στη Μόσχα
κάποια από τη γενιά σου
γυρεύει, ανάμεσα
στις τσουκνίδες και στα χαμόχορτα
και ανάμεσα στα χιόνια
να σου επιστρέψει
μυρωμένο το κομμάτι
που ενώνει την ουρά σου
με το κέντρο
του κόσμου των γάτων
θα της έδειχνες το δρόμο;
Κι αν ακόμη σου έλεγα
πως κρατάς στα νύχια σου
μια ζεστή, γατίσια καρδιά
θα την έτρωγες;

~

Γιάννα Μπούκοβα



ΕΙΜΑΙ ΡΟΔΟ


Πέταλο, αγκάθι, μίσχος
Ένα πρωινό το καλοκαίρι –
Φλασκί Δροσιάς – μια Μέλισσα ή δύο –
Αεράκι – ένα σκίρτημα στα δέντρα –
Και είμαι Ρόδο!

                                    Έμιλυ Ντίκινσον, F 25 (1858)

Το ρόδο είναι ανάποδη έκρηξη
Αγκάθι, πέταλο, μια μέλισσα (ή δύο), αεράκι
Συγκλίνουν στο σημείο της ύπαρξής του
Είναι στρόβιλος ύπαρξης
Καταβροχθίζει τις προϋποθέσεις του  
Ορθώνει τον εαυτό του με τον εαυτό του

Είναι απορίας άξιο πόσο αργά εμφανίζεται
Στην αγγλική γλώσσα η λέξη «επιστήμονας» – το 1834
Τέσσερα χρόνια μετά την γέννηση της Ντίκινσον 
Οι επιστήμονες αγαπάνε την ποίηση της Έμιλι
Ειδικά οι νευροεπιστήμονες
Την ψυχρή χρήση της λέξης «εγκέφαλος»
Σε μερικά από τα ποιήματά της
Υπάρχουν τουλάχιστον δύο μελέτες της τελευταίας
Δεκαετίας πάνω στο μυστήριο της συνείδησης
Που εμπεριέχουν στον τίτλο τους
Τον πασίγνωστο στίχο της για τον εγκέφαλο
Που είναι ευρύτερος από τον ουρανό

Είμαι ρόδο είναι η θέση του παρατηρητή
Το σύμπαν συγκλίνει μέσα μου
Γεννάω τις προϋποθέσεις μου
Είναι οι κύκλοι του νερού
Που με κάνουν πέτρα

~

Αλεξάνδρα Πλαστήρα

ΑΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΛΕΞΟΥΜΕ

Η Έμιλυ λέει
Συμφέρει να έχουμε
τα πουλιά
για παράδεισο
Και δίκιο έχει
its economical
γι’ αυτό και συμφέρει
να μείνουμε εδώ
κι όχι να βολοδέρνουμε
μέχρι να φτάσουμε
που αβέβαιο είναι
– θα ’ναι και ξενιτιά
Ενώ συμφέρει
μια θέση κοντά
στο κελάηδημα
Άσε που τα φτερά
είναι και χάδι
~

Δανάη Σιώζιου

Η ΚΛΑΙΟΥΣΑ ΙΤΙΑ

Αγαπητέ κύριε, σας παρακολουθώ από την όχθη.
Ποιος βοηθάει τον κοκκινολαίμη
που έπεσε από τη φωλιά;
Μου αρέσει όταν τραγουδάτε.
Όταν πυροβολείτε δυναμώνω τα κλάματα.
Η αράχνη σας μετακόμισε στα κλαριά μου.
Αδύνατον να συντηρηθούν φωλιές μέσα στις φλόγες,
είπε.
Τι αποτρέπει μία καρδιά που πέτρα πάει να γίνει;
Υπάρχει κάτι το επαναστατικό, σκέφτομαι,
στο να έχει δει κανείς τη θάλασσα.
Δεν ξέρω, βλέπετε, οι βαθιές μου ρίζες
δεν μου επιτρέπουν τη μετακίνηση.
Εγώ, μία φορά το χρόνο ανθίζω.
Έπειτα βλέπω τα άνθη μου στη γη.
Αυτό είναι όλο.
Δεν μεγαλώνω καν προς τον ουρανό.
Γέρνω όσο μπορώ προς το ποτάμι
και προς το μέρος σας.
Φιλικά, η Κλαίουσα Ιτιά.

*

Αγαπητή Ιτιά, μην πιστεύετε τον κοκκινολαίμη,
είναι ακόμα θυμωμένος.
Ο θυμός φυλάσσεται σε διάφανα μπουκαλάκια,
έχει διάφορα χρώματα και πίνεται σαν κολώνια.
Οι συνεχείς μετακομίσεις είναι αδιαμφισβήτητα
δουλειά για αράχνες.
Οι θάλασσες το φθινόπωρο είναι μολυβένιες.
Το μολύβι πάντα κάποιον βαραίνει.
Καλή μου Κλαίουσα,
η έλευση της ανθοφορίας είναι μια άδεια φιέστα.
Βαθιά στη γη συντελείται το πανδαιμόνιο.
Ρωτήστε τις ρίζες σας, τις βαθιές σας ρίζες.
Με τα κίτρινα ανθάκια σας, όταν πέσουν,
και λίγα δάκρυα, θα φτιάξουμε περιδέραια,
ελαφρύτερα από όνειρα
που δεν πήγαν παραπέρα.
Δικός σας, Κ.

~

Λένια Ζαφειροπούλου

Η ΑΡΑΧΝΗ

Μια αράχνη που έραβε είδα
Νύχτα χωρίς αχτίδα
Σε μια λευκή αψίδα.
Στητό γιακά αρχόντισσας ή σάβανο ενός γνώμου,
Γνωρίζει η ίδια μόνο.
Για την αθανασία
Είχε στρατηγική της
Την φυσιογνωμία.
E.D.

Δεν είναι ποίημα κύριε, είναι ξόρκι.
Η λαίδη με το άσπρο φόρεμα
Τα 'ριχνε όλα ανάκατα στο ίδιο σεντούκι.
Ασκούσε τη λευκή μαγεία,
Ποτέ δεν συζητήθηκε.
Κάποιοι νυχτερινοί περίπατοι στον κήπο,
Λίγες γαλάζιες σπίθες στο χαλί,
Κρώξιμο κύκνου μέσ’ απ’ τον καθρέφτη,
Μικροπράγματα.
Κι η σκούπα από άσπρα στάχυα πάντοτε ήμερη
Ακουμπισμένη στο περβάζι.

Οι νέοι ερευνητές την θεωρούν
Μια πρώιμη σιωπηλή μα σθεναρή υπέρμαχο του φύλου της.
Δεν έφτιαξε λένε ποτέ για τ’ αποκόμματα λευκής μαγείας
Τετράδιο χωριστό
Τα 'ριχνε επίτηδες ανάμεσα στα ποιήματα
Έτσι για να δοξάζονται οι Μούσες
Κι όχι ο Πάνας.

~

Μαρία Τοπάλη

ΑΓΑΛΛΙΑΣΗ

(Με τον τρόπο της Έμιλυ Ντίκινσον, ΙΙ)

Βουτιά
Πάνω απ’ τα σπίτια.

Ασήμαντε ήλιε,
Ευφρόσυνε (μπλε)
Αιώνιε (νόημα)

Όπου ψυχή ορεινή
Όπου ψυχή στεριανή
Πάνω από το ακρωτήρι
Σε τροχιά τοξικά θα λυθεί
(η ψυχή)

Μ’ ένα ασήμαντο «πλατς»
Μ’ ένα ανεπαίσθητο «φσσσς» –

Στο σημείο αυτό
Ο ναύτης λύνει, επίσης, το σχοινί
Και το τσιγάρο σβήνει
Με το παπούτσι

– Φρειδερίκε, σε κρατώ, ν’ ανεβούμε το βουνό
– Αιμιλία; Με κρατάς;

~

Χρήστος Σιορίκης


CALLED BACK *


Πριν επιστρέψω –

ν’ αγγίξω
τις κουμαριές

εκεί που πυκνώνουν:
το σύνορο

να θυμάμαι τα χρώματα
και πώς πιάνουν
τα χέρια δυο λέξεις
ενώ κόβεις
τα κούμαρα
και νερό
δεν ζητάς
ο αέρας δροσίζει
κι ακόμη
δεν έχει
κρυώσει τη γη


* Called back = με καλέσαν πίσω / ανεκλήθην. Εκτός από την προσφώνηση «ξαδερφούλες μου» και την υπογραφή «Έμιλυ», το τελευταίο γράμμα της Έμιλυ Ντίκινσον πριν από τον θάνατό της, το Μάιο του 1886, περιέχει μόνο αυτές τις λέξεις.

~

Στο τεύχος Δεκεμβρίου 2016 του "The Books' Journal", δημοσιεύθηκαν εννιά από τα δέκα ποιήματα που γράφτηκαν για να διαβαστούν στην εκδήλωση του “Με τα λόγια (γίνεται)” στις 10 Δεκεμβρίου 2015 –185α γενέθλια της Έμιλυ Ντίκινσον– στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, σε συνεργασία με την έκθεση “those little anodynes”, με έργα της Ελένης Θεοφυλάκτου και της Εύας Μαραθάκη, σε επιμέλεια της Γκέλυς Γρυντάκη. Τόσο τα εικαστικά έργα όσο και τα ποιήματα ήταν εμπνευσμένα από το έργο της Αμερικανίδας ποιήτριας.

~

Άννα Γρίβα. Γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Ελληνική Φιλολογία στην Αθήνα και Ιστορία της Λογοτεχνίας στη Ρώμη. Έχει εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές, η τελευταία με τίτλο Έτσι είναι τα πουλιά (2015), και μεταφράζει ιταλική ποίηση, κυρίως της Αναγέννησης.
Λένια Ζαφειροπούλου. Λυρική τραγουδίστρια, ποιήτρια και μεταφράστρια (www.leniasafiropoulou.gr). Βιβλία: Paternoster Square (βραβείο Αναγνώστη, βραχεία λίστα Κρατικών Βραβείων), Όταν ο Νους σου βράζει κι η Καρδιά (ανθολογία ποίησης Goethe και Heine και CD με Lieder). Το 2016 εκδόθηκε το δεύτερο βιβλίο της, Σκληρό να σκοντάφτεις σε πέτρες,  καθώς και μια πλήρης μετάφραση των σονέτων του Σαίξπηρ.
Δήμητρα Κωτούλα. Σπούδασε Ιστορία της Τέχνης και Αρχαιολογία. Ποιήματα και μεταφράσεις της έχουν δημοσιευθεί και συμπεριληφθεί σε ανθολογίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Επιλογή από το έργο της έχει μεταφραστεί στις κυριότερες ευρωπαϊκές γλώσσες.
Παυλίνα Μάρβιν. Γεννήθηκε στην Αθήνα όπου και ζει. Μεγάλωσε στην Ερμούπολη της Σύρου. Σπούδασε Ιστορία, και συνεχίζει. Υπήρξε συνεκδότρια του περιοδικού Τεφλόν (2008-2011). Εργάζεται στην εμψύχωση ομάδων θεατρικού παιχνιδιού και λογοτεχνικών πειραμάτων για μικρούς και λίγο πιο μεγάλους.
Γιάννα Μπούκοβα. Ποιήτρια, πεζογράφος και μεταφράστρια, γεννημένη στη Σόφια Βουλγαρίας. Έχει εκδώσει στα βουλγαρικά δύο ποιητικές συλλογές, μία συλλογή διηγημάτων κι ένα μυθιστόρημα. Ζει στην Αθήνα όπου είναι μέλος της πλατφόρμας Greek Poetry Now και της συντακτικής ομάδας του περιοδικού ΦΡΜΚ. Κείμενά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, αραβικά και άλλες οκτώ γλώσσες. Στα ελληνικά κυκλοφορεί η ποιητική συλλογή της Ο ελάχιστος κήπος (2006). 
Αλεξάνδρα Πλαστήρα. Γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε φιλολογία και μελέτησε μουσική. Εργάζεται ως επιμελήτρια κειμένων.
Χρήστος Σιορίκης. Δάσκαλος ισπανικής γλώσσας και ισπανόφωνου πολιτισμού. Ποιήματά του και σύντομα πεζά έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά.
Δανάη Σιώζιου. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία, και, σε μεταπτυχιακό επίπεδο, Ευρωπαική Ιστορία και Πολιτιστική Διαχείριση. Υπήρξε συνεκδότρια του περιοδικού “Τεφλόν” (2009-2011). Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Το πρώτο της βιβλίο, Χρήσιμα Παιδικά Παιχνίδια, εκδόθηκε τον Μάρτιο του 2016.

Μαρία Τοπάλη: Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, σπούδασε νομικά στην Αθήνα (όπου ζει) και στη Γερμανία. Εξέδωσε βιβλία με ποιήματα και άλλα κείμενα (τελευταία δημοσίευση: Οι Λέξεις μου, 2015) καθώς και μεταφράσεις από τα γερμανικά. Συνεργάζεται τακτικά με την «Καθημερινή» και είναι μέλος της Συντακτικής Επιτροπής της «Ποιητικής». 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου