Τρίτη 1 Ιουλίου 2014

ιούλιος 2014 _ γλυκερία μπασδέκη & βασίλης τσαρνάς




















Γλυκερία Μπασδέκη


ΜΥΛΟΙ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ


μες στον Μασούτη άλουστη
λερή

ένα αλεύρι ήθελε δεν προσδοκούσε

τίποτε δεν ήξερε εννιά παρά
στο κλείσιμο

κι όμως

δεν έχει ώρες ο Ανελέητος
δεν στέλνει μήνυμα πιο πριν δεν
προειδοποιεί ο Αλήτης

εκεί μπρος στο αλεύρι
ολικής μετά τις
ζύμες

παραμόνευε

κι εκείνη άλουστη λερή

ένα αλεύρι μόνον

ήθελε

την κάρφωσε την έλυωσε
πάει στον αγύριστο

κι ακόμα παραπέρα η άλουστη

με το αλεύρι αγκαλιά
αιώνες τώρα

*


TA ΓΚΟΦΡΕΤΑΚΙΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ


ω, έλυωνε στο στόμα
η επικάλυψη

αχ, η γλωσσίτσα έτρεμε
σαλάκια κατηφόριζαν
τι πυρετός

φιλί και γκοφρετάκι
γκοφρετάκι και φιλί

περνούσε κόσμος, τρόλευ
κάποιοι γελούσαν κάποιοι
δάκρυζαν

τίποτε τα παλιόπαιδα, Χριστό
δεν καταλάβαιναν

φιλί και γκοφρετάκι
γκοφρετάκι και φιλί

κόλλησε η πόλη τρέμουλο
έτρεχαν σάλια
γκοφρετάκια τα φιλιά
οι φάτνες
έσταζαν

Χριστό δεν καταλάβαιναν
που λες - ανήμερα


Η ΚΟΜΙΣΣΑ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ


έλαμπαν τα καντούνια
άστραφταν – χαμογελούσε ο ΄Αγιος
λειψανοθήκες, τα οστά όλα
σε πτήση – βούιζαν περνούσαν
χορωδίες μπλε και
κόκκινες σαν Πάσχα
τσιτσιμπύρες άφριζαν την
αγκαλιάζαν όλοι τη
φιλούσαν

κι ας ξένη κι ας χερσαία αυτή
κι ας μην από το αίμα τού
λαγού

όλοι σαν κόμισσα
την προσκυνούσαν

σαν να δέσποζε


*




















Βασίλης Τσαρνάς

049


το βλέμμα μου φεύγει
κυλάω επάνω
στον ανάποδο θρόνο του λεωφορείου
παντού σταγόνες πουθενά βροχή
τελετή πολλαπλών κόσμων
μια θέση για το μωρό
παγωμένη φωτογραφία παγοδρομίου
βλέμματα αμοιβαίας καταδίκης
εσύυυ φταις για το στρίμωγμα για την απεργία εσύυυ
σκουλήκια προχωρήστε προς τα μέσα δεν καταλαβαίνετε;
η πειραιώς βρέχει ο πειραιάς τίποτα
μετά θα φταίω εγώ
θολό εργοστάσιο
πολιτισμός για σημαίες
ελλάς ευρώπη δήμος λευκή δύναμη
νευρικός πόνος στην πλάτη
σκελετός του κλουβιού
επισύρει πρόστιμο
το σέρνει πάνω στις σκόνες
με το 'να χερι κρατιόμουνα
με το άλλο κράταγα την τσάντα
με τα δόντια
το δίκιο το δίκιο
το δίκιο δικό μου
θα φωνάξω την αστυνομία!

*

[μια λωρίδα στο σώμα μου...] 


μια λωρίδα στο σώμα μου
που χάρτινο με ονομάζει
σφίγγεται από πόνο και διπλώνει
σκληρή παιδική πληγή
που στα γόνατά μου γλύφω
καθώς μέσα σε φάκελο διπλώνομαι
και κοιμάμαι φωσφορίζοντας στα συρτάρια σου
περιμένοντας τη στιγμή που θα με ανοίξεις
και θα γλύψεις τα αλμυρά γραμματόσημα
κι έπειτα στον καθρέφτη
κοιτώντας το αίμα στη γλώσσα σου
ακουμπώντας τα γόνατά σου στο χώμα
γλυκά θα με ταχυδρομήσεις μακρυά


*

ΣΦΗΚΑ


το εσωτερικό τσούξιμο
απλώνεται στο πόδι μου
μελάνι σε νερό

εκεί ισορροπεί ενώ κρατιέται
απο τη μυτερή γωνία του τσιμπήματος
σκοινί που χορεύει λεπτό
και το δόλωμα του πόνου επιδεικνύει
υπογραμμίζοντας
αυτό το τεράστιο νύχι γάτας
που πάνω μου έχει καρφωθεί
και σκοντάφτω τα πόδια μου όταν γλύφει
θυμίζοντάς μου μια ξεχασμένη υφή

ένεση από μηχανικό μολύβι
πατάω το μηχανισμό
και η βελόνα απλώνεται
στάζει πάνω στο χαρτί
και ξαναγράφει με δηλητήριο
τις γραμμές και τα περιγράμματα
που σημαίνουν πραγματικά
πραγματικά όπως μόνο ο πόνος εξηγεί–
το σώμα μου


*

[η μικρή Νέμεση] 


η μικρή Νέμεση
στέκεται κάτω απ’ το τραπέζι
μαλακιά σα ζυμάρι
τα μάτια της
κόκκινο της κραυγής
κρύσταλλοι μικροσκοπικοί σπινθηρίζουν
στους δρόμους τους όταν βγαίνει
πολύτιμα παιδικά κρανία
τη χαιρετούν
μάντεψε ποια είμαι! λέει
και τ’αυτοκίνητα
στη σειρά όλα φρενάρουν
αργά μπροστά της
επιδεικνύοντας
τους μωβ θανάτους που φέρουν
είμαι η ανάφλεξη της σιωπής
και τώρα ζωηρά με βλέπουν
όλοι όσοι κοιτάνε αλλού
μπροστά στην ανάσα μου
φιάλες οξυγόνου
φέρετρα βυθίζονται
και φεγγαρίσιες γραμμές
στα μαύρα νερά
μουρμουριστά κυλιούνται
τα θηρία στους εγκεφάλους τους
οσμίζονται το αίμα
γύρω γύρω
περιστρέφονται δερβίσηδες
και αρπάζουν
μικρά μικρά κάτω άκρα
γλυκά φουρνισμένα χέρια
ώμους πλασμένους από άχνη
τρώνε σώμα από το σώμα μου
πίνουν αίμα από το αίμα μου
μα πάνω στα ενήλικα τραπέζια τους
το κεφάλι όταν ακουμπούν
μέσα από το ξύλο
τους ψιθυρίζω για νανούρισμα
μια κρύα όμορφη
πολύχρωμων γιαπωνέζικων ψαριών
ακονισμένη καληνύχτα

*


Γλυκερία Μπασδέκη. Γεννήθηκε στη Λάρισα. Γράφει ποίηση (Είναι επικίνδυνο ν’ ανοίγεις την πόρτα σου σε άγνωστες μικρές, 1989, Σύρε καλέ την άλυσον, 2012) και θέατρο (Στέλλα travel / η γη της απαγγελίας, 2013, Ραμόνα travel / η γη της καλοσύνης, 2014).

Βασίλης Τσαρνάς. Γεννήθηκε στην Αθήνα. Ασχολείται με την γραφή, τη μουσική και την ζωγραφική, και έχει κάνει δυο ατομικές εκθέσεις φωτογραφίας. Εργάζεται στον χώρο του βιβλίου. Αυτή είναι η πρώτη του ποιητική δημοσίευση.