Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2016

ιανουάριος 2016 _ γέσπερ σβένμπρου














Γέσπερ Σβένμπρου

ΘΕΑ ΤΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ, 25  ΕΤΩΝ, ΕΠΕΞΕΡΓΑΖΕΤΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ ΤΟ ΣΕΝΑΡΙΟ ΤΩΝ ΚΑΛΛΙΣΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΓΥΡΩ ΣΤΑ 600 Π.Χ.

«Σε καθορισμένη ημέρα του εορτολογίου οι Έρουλοι ξεκινούν
από το Μέσσον ή το ιερό των τριών θεών
που βρίσκεται στο κέντρο του νησιού
προς τις μεγάλες πόλεις Ερεσό, Μήθυμνα και Μυτιλήνη
να πάρουν από καθένα από τα έξι γύρω χωριά
των χιλίων κατοίκων
τέσσερις νέες γυναίκες» σε ακούω να λες
σαν να είχες μια παλαιότερη άγνωστη επιγραφή
μπροστά σου. Πόσα ελληνικά ξέρεις; Ποτέ δεν πίστεψα σε
ιστορικές αναπαραστάσεις τύπου Άλμα-Τάντεμα
που τις θεωρούσαν τόσο ικανοποιητικές πριν από εκατό χρόνια
αλλά αυτή τη στιγμή οφείλω να ακολουθήσω το νήμα σου: «Τα κορίτσια
επιβιβάζονται σε άμαξες που τις σέρνουν μουλάρια,
η ίδια η μετάβαση είναι δημοφιλής λαϊκή διασκέδαση
σηματοδοτεί την έναρξη των καλλιστείων,
που αρχίζει την ώρα της εμφάνισης
των Πλειάδων. Για πρώτη φορά μες στη χρονιά είδαν
το πρωί πως τα εφτά αστέρια τρεμοπαίζοντας
ανέτειλαν στον ορίζοντα
για να χαθούν ακαριαία με το πρώτο
ολοένα αυξανόμενο
φως του ήλιου. Οι άμαξες κυλούν.
Οι φωνές των κοριτσιών αντηχούν.» Τι τραγουδούν;
Απαντάς γελώντας,                                                                                            
σαν να πρόκειται για κάτι αυτονόητο: «Τύμπανο και κύμβαλα!
Οι καθαρές φωνές τους, αυτό το αρχαϊκό ανοιξιάτικο πρωί.
Η θάλασσα δεν είναι μακριά, και νότια-νοτιοδυτικά σκάει
ο Όλυμπος, το ψηλότερο βουνό του νησιού
που η χιονισμένη σκεπή του
μόλις έχει λιώσει.» Τώρα, σειρά μου,
και βλέπω πως παίρνεις
το κραγιόν σου κι ένα καθρεφτάκι για να βάψεις πορφυρά
τα χείλη σου: «Φτάνοντας
τους υποδέχεται ένας υψηλά ιστάμενος
στην ιεραρχία
που μπορούμε να τον αποκαλέσουμε Κριτή,
και που συνδέεται με τον ναό του Δία,
τις προτρέπει
να κατεβούν από τις άμαξες, όλα κι όλα
6 Χ 4 κορίτσια που ανώνυμα
παρελαύνουν μπροστά στο κοινό. Αφήνουν τη χλαμύδα τους
να σέρνεται, γιατί η γιορτή ονομάζεται
Θρονοελκτήρια
και η παράδοσή της ανάγεται
στην μυκηναϊκή εποχή,
όπου το βραβείο της νικήτριας ήταν
δυο αμφορείς με ελαιόλαδο.» Σε αυτό το σημείο της αφήγησης ένα αεράκι
από το άρωμά σου διαπερνά το ποίημα, και το αντιλαμβάνομαι
σαν πολλά υποσχόμενο σημάδι, προτού σε ακούσω να συνεχίζεις
με εθνογραφική ακρίβεια
που με εκπλήσσει,
παρότι με έχει συνεπάρει πολύ περισσότερο
η σωματική σου παρουσία
με τους 37 βαθμούς της:
«Οι παντρεμένες γυναίκες βγάζουν
τις τελετουργικές ολολυγές τους, ενώ τα κορίτσια
απλώς λάμπουν στον ήλιο
με χιτώνες στο χρώμα του κρόκου, με κόκκινους
λουλουδένιους χιτώνες,
πράσινους και γαλάζιους χιτώνες που συγκρατούνται από χρυσές περόνες σε σχήμα τζιτζικιού.
Άνεση, χρώματα, φως!»
Έχω την αίσθηση ότι θες να με τρελλάνεις
με το κραγιόν σου
και για να διατηρηθεί η ισορροπία θα συνεχίσω από εκεί όπου σταμάτησες:

Οι όμορφοι αστράγαλοί τους
φαίνονται κάτω από το στρίφωμα! Βλέμματα,
σκουλαρίκια, περιδέραια, σκιά στα μάτια,
γυμνά χέρια με
αστραφτερά
βραχιόλια, άνθινα στεφάνια στα μακριά μαύρα μαλλιά, περίτεχνα
πλεγμένα ή πέφτοντας ελεύθερα. Τα κορίτσια αντανακλούν τη γυναικεία χάρη του νησιού
και δεν έχουν διόλου έρθει εδώ
προς ίδιον όφελος. Και έρχεται η σειρά σου – και απ' ότι φαίνεται κινητοποιείσαι
με φανερά αγωνιστική διάθεση όταν με προκαλείς
με την ακόλουθη μικρή σκηνή: «Όταν στο τέλος
περνούν μπροστά από τον Κριτή που
κάθεται ένθρονος στην Τράπεζα,
έχει ήδη επιλεγεί μία.
Η ταπεινή Σαπφώ
από τον Ναό της Ήρας
βρίσκεται ανάμεσα στους κριτές.» Αποδέχομαι την πρόκλησή σου,
ενώ φέρνεις το σκουροπράσινο φλιτζάνι του εσπρέσσο με το χρυσό περίγραμμα
στα χείλη σου: «Σε λίγο θα αναδειχτεί η ομορφότερη.
Πραγματικά είναι πολύ όμορφη!
Η Σαπφώ καθυστερεί να προφέρει το όνομα. Ανακτορία!» πιάνω τον εαυτό μου να συγχέει
το πρόσωπό σου με το πρόσωπο της νεαρής
νικήτριας. Εσύ είσαι η θεά του τραγουδιού
και τόσο όμορφη είσαι σήμερα που ποτέ δεν θα
τολμούσα να σε ερωτευθώ. Αναζητώ στη μνήμη
ένα νέο επεισόδιο για την κοινή μας
παράσταση αυτού που ο Όμηρος
θα αποκαλούσε «Εορταστική ημέρα στο Μέσσον των Λεσβίων»
και σταματώ μπροστά στην παρακάτω σκηνή:
«Μια λευκή αγελάδα οδηγείται μπροστά για να θυσιαστεί στην Ήρα,
και μετά τον τεμαχισμό των σπλάχνων που ψήνονται
για όσους συμμετείχαν στην θυσία,
παίρνει ο Κριτής την γλώσσα,
οι Έρουλοι τα μπροστινά πόδια, ο ιερέας της θυσίας
τον ένα μηρό. Και τον άλλον, τα μέλη
του ιερατείου
και οι εκπρόσωποι της οικογένειας των Πενθελιδών.
Η νεαρή νικήτρια έχει δικαίωμα
σε μια μερίδα ψαχνό
που μπορεί να το πάρει και σπίτι της αν το επιθυμεί;
Έχεις την
δύναμη να συνεχίσεις την παράστασή μας με τις ακόλουθες λέξεις:
«Αλλά κυρίως έχει το δικαίωμα να χαράξει το όνομά της
στη βάση ενός έντονα χρωματισμένου ειδωλίου
που έλαβε ως έπαθλο
αλλά που εναποθέτει εδώ, στον ναό:
ΣΤΗΝ ΗΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΚΤΟΡΙΑ
ΠΟΥ ΚΕΡΔΙΣΕ ΤΑ ΚΑΛΛΙΣΤΕΙΑ.»
Συνεχίζω σχεδόν αυθόρμητα: Το μαρμάρινο άγαλμα
δεν εικονίζει καν το πρόσωπο του κοριτσιού
παρά ένα είδος ιδανικής εικόνας
νεανικής γυναικείας ομορφιάς. Αν η νικήτρια
χαίρεται την ομορφιά της
σε καμία περίπτωση δεν ανήκει σε εκείνην αλλά στην θεά:
το κάλλος της νικήτριας είναι η υψηλότερη
έκφραση της συγκεντρωμένης χάριτος του συνόλου
όπως θα το εξέφραζε ένας ανθρωπολόγος πολλές χιλιετίες αργότερα.
Αισθανόμαστε ότι αρχίζουμε να πλησιάζουμε
το τελευταίο επεισόδιο, και δεν είμαι σίγουρος αν είσαι εσύ ή εγώ
που είχε την ακόλουθη έμπνευση: «Μετά το ηλιοβασίλεμα
έχει σειρά η εμφάνιση του Ραψωδού, θα
προτιμήσει την φημισμένη
ωδή σε εξάμετρο για την καταστροφή της Τροίας
και η απαγγελία του θα συνεχιστεί
έως αργά τη νύχτα.
Φωτιές ανάβουν. Τρώνε. Το κοινό
είναι μεγάλο και αγωνιά. Αλλά οι ακόλουθες λέξεις είναι δικές σου,
το πιστοποιώ ευχαρίστως:
«Εκεί, πέρα στο σκοτάδι
στην άλλη πλευρά του κόλπου βρίσκεται πράγματι η Τροία. Στο Έπος
οι Αχαιοί λεηλατούν την πόλη,
προτού την κάψουν. – Όταν τελειώνει
η απαγγελία, οι ακροατές διαλύονται
στο θάμπος του κρύου ανοιξιάτικου πρωϊνού.
Όχι πολύ μακριά από τον ναό της Ήρας ακούεται το τραγούδι του Αηδονιού.

Καπνίζουν ακόμα τα ερείπια της Τροίας;
αναρωτιούνται όταν στρέφουν το βλέμμα
προς το καπνισμένο καζάνι
του ανατέλλοντος ηλίου.»


– μετάφραση από τα σουηδικά: Μαργαρίτα Μέλμπεργκ



Γέσπερ Σβένμπρου. Γεννήθηκε στη Σουηδία. Ποιητής, αρχαιοελληνιστής, καθηγητής. Μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας από το 2006. Διευθυντής ερευνητικού κέντρου του CNRS στο Παρίσι. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1966 με την ποιητική συλλογή Συμβαίνει σήμερα. Το έργο του περιλαμβάνει ποιητικές συλλογές, πεζά, δοκίμια και μελέτες για την αρχαία ελληνική γραμματεία. Ζει και εργάζεται στην Σουηδία και την Γαλλία. Τον Οκτώβριο του 2015 εκδόθηκε το βιβλίο του για την Σαπφώ, Η Σαπφώ δεν είναι εδώ – Σαπφικές σπουδές τα τελευταία εξήντα χρόνια.


Μαργαρίτα Μέλμπεργκ. Γεννήθηκε στον Πειραιά. Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Λουντ. ΄Εχει μεταφράσει έργα Στρίντμπεργκ, Ίψεν, Ντάγκερμαν, Σουηδούς ποιητές, κ.ά.. Έχει γράψει δοκίμια για Σουηδούς πεζογράφους και ποιητές. Δίδαξε νεοελληνική λογοτεχνία στο πανεπιστήμια της Στοκχόλμης και της Ουψάλας. Το 2012 πρωτοεμφανίστηκε στα σουηδικά γράμματα με το μυθιστόρημα Ο θείος μου κολύμπησε στο κανάλι του Σουέζ. Εργάζεται ως Μορφωτική Σύμβουλος στην Πρεσβεία της Ελλάδας στην Σουηδία.