Παρασκευή 1 Δεκεμβρίου 2017

δεκέμβριος 2017 _ νίνα ρίζου















Νίνα Ρίζου

[ΠΕΝΤΕ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΧΩΡΙΣ ΤΙΤΛΟ] 

        το φως του μικρού

κεριού στο μαύρο σιδερένιο
              φαναράκι
έφεξε ωραία την παλάμη του
                 τόσο
που η φλόγα και το χέρι του
         είχαν το ίδιο φως

      τα μαύρα του ρούχα
            τον σκόρπιζαν
          μες στο σκοτάδι

-πάμε στο άλογο;  κι ακούω
μέσα μου ένα φρόνιμο ναι

  στον δρόμο για τον μπαξέ
        όλα είναι ήσυχα -
   το σκυλί δεν θα γαυγίσει
θα κοιτάξουμε και τα πρόβατα


τον καλό καιρό, όπως τώρα
τα άλογα κοιμούνται κάτω από
            τις τρεις τεράστιες μελικοκκιές
            βαλμένες στη σειρά,
πάνω στο άχυρο,
που μες στο σκοτάδι,
έχει το ίδιο φως με την παλάμη του

ανάμεσα στο φύλλωμα της μελικοκκιάς
         που σχεδόν αγγίζει το χώμα
το άχυρο των αλόγων μυρίζει ύπνο,
                    τόσο,
    που ακουμπώντας τη χαίτη,
τα χνώτα και το ζεστό κορμί του,
         με βύθισαν στον ύπνο τους,
στον ύπνο των αλόγων

            δεν ξέρω ότι γυρίζουμε
και ότι
            κοιμάμαι στον ώμο του

~


αν φταίνε τα κοντά μου χέρια
το πανί το χρειάζομαι
τώρα που ο μάγος
τον ήχο της λαβίδας παγώνει

κάποτε ήμουν ένα δαχτυλίδι
δεν δίσταζα
να μικραίνω τις μέρες
οι συλλαβές είναι απ´ το σώμα

~

αυτό το φωτισμένο κομμάτι τοπίου
μέσα στη νύχτα
φαίνεται
σαν ξεχασμένο καλοκαίρι

η πνοή του
ξεκουράζεται
χωρίς ίχνος καιρού

χωρίς χρώματα
στο δέρμα της τέχνης

ούτε ένας ήχος
δεν θα ονομάσει το φύλλο
που θα κινήσει το σκοτάδι
από τον θρόνο του

~
  
το φρεσκοβαμμένο περβάζι
γυάλιζε στον ήλιο
την μαύρη μπογιά έστρωνε αργά

τόσο ψηλά, που
θαύμασα την ακρίβεια
του μάστορα

το λεωφορείο
στην άκρη του δρόμου
είχε σταματήσει

με το καπώ ανοιχτό
ο οδηγός έλειπε
η ταχύτητα όμως με συναρπάζει

κι έτσι όπως κλέβω τις εικόνες
θα κρατήσω το χαρτί για αύριο
οι δουλειές πρέπει να τελειώσουν

~

δρόμος στην λιμνοθάλασσα
είναι μια στενή λωρίδα
ανάμεσα στο νερό,
ακούγεται από μακρυά
η δίχρονη μηχανή
και τα πουλιά
φτεροκοπούν βιαστικά

το γκάζι
στο τέρμα,
τον λυτρώνει,
ο αναβάτης δένεται
πάνω στην μοναξιά
του αέρα

*

Νίνα Ρίζου. Γεννήθηκ το 1963 στη Φιλοθέη Άρτας και έζησε στην Αθήνα. Όλη της τη ζωή ασχολήθηκε με την αρχιτεκτονική και την αρμονία σώματος και πνεύματος. Το 2016 κυκλοφόρησε η ποιητική της συλλογή Τροχάδην Σκιές (υποψήφιο για το Βραβείο Ποίησης του «Αναγνώστη»)και το 2017, λίγες ώρες πριν αφήσει το σώμα της στη γη, η συλλογή διηγημάτων Δεξαμενές.



Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2017

νοέμβριος 2017 _ γιάννα μπούκοβα + όλγα παπακώστα



Γιάννα Μπούκοβα


Σ

  

Σφύριγμα είναι μια δήλωση στη γλώσσα των φρένων.

Σύμφωνο είναι ένας ήχος με σύνδρομο Στοκχόλμης.

Σημαδούρα είναι ένα προαίσθημα κινδύνου που δεν μπορείς να το πνίξεις.

Σαλμονέλα είναι μια νεράιδα που παγιδεύτηκε σε λάθος αφήγηση.

Σταφίδα είναι κάτι σαν την «καθαρή γνώση».

Σόλο είναι να κάνεις τη μοναξιά σου τέχνη.

Σήτα είναι το σημείο στο οποίο οι μύγες γίνονται φιλόσοφοι.
 
Στρουθοκάμηλος είναι η συνήθης στάση στην οποία ψάχνει κανείς για πετρέλαιο.

Σασπένς είναι ένας φόβος ντελικατέσεν.

Σιγουριά είναι ο πιο «μάτσο» τρόπος να αγαπάς τον εαυτό σου. 

Σενάριο είναι ένα δεδομένο που, όπως και να το χειριστείς, πεθαίνεις στο τέλος.

Σοσιαλισμός είναι κάτι που συζητάω μόνον με τον ψυχαναλυτή μου.

Σκονάκι είναι κάτι που το γράφεις μια ζωή.

Σαρανταποδαρούσα είναι η πραγματικότητα ως παρτενέρ του χορού.
                                         
Σαράβαλο είναι να μην σταματάς.

Σαντιγί είναι η κινούμενη άμμος της επιθυμίας.

Σανίδα είναι μια ευκλείδεια σφαγή.

Σέρβερ είναι ο μπάτλερ μέσα στον υπολογιστή σου. 

Στοπ είναι μια συντομογραφία που είσαι τυχερός αν ζήσεις να την αποκρυπτογραφήσεις. 

Σπαζοκεφαλιά είναι η προσέγγιση της βίας με όρους λογικής.

Σοκακού είναι μια γκέισα που έχει πολύ ξεπέσει.

Σως είναι μια κραυγή που εκπέμπει το άγευστο.

Συνειρμός είναι το πεγιότ των ποιητών.

Συρτάρι είναι το μαύρο κουτί του πεθαμένου.

Στάνταρ είναι μια ουσία που πρέπει να απαγορευτεί.

Σεζόν είναι μια εποχή που πάσχει από υπερκινητικότητα.

Στέπα είναι ένα φαντασιακό χασμουρητό.

Σιλικόνη είναι το ατσάλι του καιρού μας.

Σαλτάρισμα είναι η ενστικτώδης κίνηση να ξυπνήσεις πριν σκάσεις στο έδαφος.


Σημείωση της ποιήτριας: Το «Σ» είναι ένα λογοτεχνικό εγχείρημα που έχει ως στόχο/στοίχημα τον εκ νέου «λεξικογραφικό προσδιορισμό» κάθε ουσιαστικού που αρχίζει από σίγμα στην ελληνική γλώσσα. Εξετάζει και δοκιμάζει τις δυνατότητες της ποιητικής σκέψης σε συνθήκες «εξαναγκασμού». Βρίσκεται σε εξέλιξη.


*


Όλγα Παπακώστα


ΦΥΣΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Μέχρι να αποφασίσω πως η ζέβρα
Είναι ένα μαύρο ζώο με άσπρες ρίγες

Βασανιζόμουν από οράματα
Ιππασίας

Πολλές οι πτώσεις
Μα γιατί να το αρνηθώ;

Ποτέ δεν είχα αισθανθεί τόσο ενωμένη
Με τον τεχνητό παράδεισο της φύσης

Αναρωτιέμαι αν ο Θεός
Τις υπαγόρευσε τις εντολές του

Ή αν απλώς τις πληκτρολόγησε

Ποια να ΄ναι άραγε η γραμματοσειρά
Που προτιμά

Και πώς να λέγεται το αρχείο
Που φέρει το όνομά μου

Τρέχω συχνά στις αφρικανικές εκτάσεις
Όταν η υγεία μου επιδεινώνεται

Σκύβω να πιω νερό από ακαθόριστες πηγές

Δεν ξέρω πλέον αν είμαι ιππέας
Ή συγγενής του αλόγου

Οι ζωικοί πληθυσμοί υποσκάπτουν
Την ανθρώπινη μοίρα

*

AUTOBIOGRAPHY OF SPRING

What about you Geryon
what’ s your favourite weapon?
Cage, said Geryon from behind his knees
[Anne Carson]

                                                                                   
Δεν μου αρέσει η αδιακρισία της, ο τρόπος της να εισβάλλει αναπάντεχα με ευωδιές και αιθρίες στην ήρεμη, τακτοποιημένη ζωή του χειμώνα
Θα ΄θελα φέτος να αποδράσω απ’ τον προβλέψιμο κύκλο των εποχών, να βάλω το μακρύ παλτό μου και να μπω στο κουτί του Χουντίνι
Να μην ανθίσω, να μην βγάλω φύλλα και καρπούς
Να κλείσει ο μάγος την κουρτίνα και μόλις την ανοίξει πάλι
Το κουτί να ΄ναι άδειο με ένα ζευγάρι χειροπέδες στη θέση μου

Όμως να, η Περσεφόνη επιστρέφει ξανά στη μητέρα της
Η Δήμητρα γελά, στρώνει τα πράσινα σεντόνια
Ο Πλούτων πλήττει, οι παπαρούνες βιάζονται να κοκκινίσουν
Κι εγώ ράβω σατέν μαξιλαράκια με λεβάντα για τα μάλλινα

Γι’ άλλη μια φορά
Με φυλακίζει η άνοιξη

*

ΚΟΡΙΤΣΙΑ

Κορίτσι ένα

Σε ποταμό γεμάτο φλόγες
Μια σταγόνα εγώ

Κρατώ κερί αναμμένο

Το όνομα
Του ποταμού

Nυχτερινή
Διαδήλωση

Η πόλη Σόφια
Λέξη ελληνική

Με αναβιβασμό
Του τόνου

Κυλούμε σιωπηλοί
Και πότε-πότε

Φωνάζουμε
Για λίγη ντεμοκράτσια


Κορίτσι δύο

Χειμερινές διακοπές
Στη Βουλγαρία

Ψάχνω μια ώρα
Να αγοράσω σπίρτα

Μες στην παγωνιά

Όταν εν τέλει με ελεεί
Ο ρεσεψιονίστ

Βγαίνω για να καπνίσω
Στο μπαλκόνι

Και τι βλέπω;

Χριστουγεννιάτικη πομπή
Επιταφίου


Κορίτσι ένα και δύο ίσον δύο

Πέρασαν χρόνια είκοσι επτά
Μαζί σκοτώσαμε τα μαθηματικά

*

ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΜΟΥ

Πέταξα τα Χριστούγεννα
Το Πάσχα
Πέταξα τα τριήμερα
Της Καθαράς Δευτέρας
Του Αγίου Πνεύματος
Πέταξα την εργατική Πρωτομαγιά
Πέταξα τον Ιούλιο και τον Αύγουστο
Πέταξα όλα τα σαββατοκύριακα
Που ερχόμουν να σε βρω

Πέταξα την Θεσσαλονίκη
Την Αετοράχης
Πέταξα τη Διαγώνιο
Τη Νέα Παραλία
Πέταξα την Αριστοτέλους και την Τσιμισκή
Πέταξα τον Λευκό μου Πύργο:
Αφού δεν είσαι πια εκεί 
Θα μείνω εδώ



*

Γιάννα Μπούκοβα. Ποιήτρια, πεζογράφος και μεταφράστρια, γεννημένη στη Σόφια της Βουλγαρίας. Έχει εκδώσει στα βουλγαρικά δύο ποιητικές συλλογές, μία συλλογή διηγημάτων κι ένα μυθιστόρημα. Ζει στην Αθήνα όπου είναι μέλος της πλατφόρμας Poetry Now και της συντακτικής ομάδας του περιοδικού ΦΡΜΚ. Κείμενά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, αραβικά και άλλες οκτώ γλώσσες. Στα ελληνικά κυκλοφορεί η ποιητική συλλογή της Ο ελάχιστος κήπος (2006). 

Όλγα Παπακώστα. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Έχει σπουδάσει κλασική φιλολογία στο Α.Π.Θ. και έχει μεταφράσει τις Τουσκουλανές Διατριβές του Κικέρωνα. Το 2013 κυκλοφόρησε η ποιητική της συλλογή Όχι ακόμη Κάρμεν. Ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί σε έντυπα και διαδικτυακά λογοτεχνικά περιοδικά. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.

Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2017

οκτώβριος 2017 _ επιστροφή iii: ζωή καρέλλη



Η Ζωή Καρέλλη (κατά κόσμον Χρυσούλα Πεντζίκη του Γαβριήλ, μετέπειτα σύζυγος Θεόδωρου Αργυριάδη) γεννιέται στην Θεσσαλονίκη το 1901 και πεθαίνει το 1998. Σήμερα μάλλον την επισκιάζει η δημοφιλία του πεζογράφου αδελφού της Νίκου – ενώ το έργο της, σαν να το σκεπάζουν το ποίημα «Η Άνθρωπος» ή η ‘τολμηρή’ χρήση των ρόδων στην ποίησή της: ως σήματα πρωτο-φεμινιστικά και συγχρόνως χριστιανικώς μεταφυσικά. Έχει ξεχαστεί ο σαφέστατα διακηρυγμένος στην ποίησή της κλονισμός της πίστης της∙ το διαρκές πηγαινέλα μεταξύ στοχασμού και παθών της ψυχής, αίσθησης του σώματος και της φύσης∙ η έγκαιρη και έγκυρη συνομιλία της με τον μοντερνισμό (δημιουργική, μεταφραστική – Έλιοτ, και δοκιμιακή – Ρεμπώ,  Κάφκα, Πιραντέλλο, Μπέκετ) – εν ολίγοις, τα ασυνήθιστα ποιητικά της επιτεύγματα, σε μια πορεία διαρκούς ωρίμανσης, από το πρώτο δημοσιευμένο ποίημά της το 1937 έως την έκδοση των απάντων της το 1973, και το εύρος του στοχασμού της (τα καίρια δοκίμιά της βρίσκονται συγκεντρωμένα σε δύο τόμους με τον μετριόφρονα τίτλο Παρατηρήσεις). Μια ερεθιστική γεύση από το εκτενές ποιητικό έργο της –που παίρνει την σκυτάλη από τον Παπατσώνη και είναι σύγχρονο της Βακαλό– ευελπιστεί να αφήσει ετούτο το ελάχιστο ‘αφιέρωμα’.

~

ΑΠΟΡΙΑ / ΙΙ

Ξεπερνώ τ’ ακίνητα γεγονότα,
περνώ στα γεγονότα ανάμεσα
που υπάρχουν από πάντα,
ξαναπερνώ μπροστά στα ίδια
που είναι διαφορετικά και μένουν ίδια.

Ποιος είμαι που τολμώ
να μιλήσω στη μεγάλη σιωπή;
Γοργή κίνηση που υπάρχει
στην απέραντη γαλήνη, την απέριττη,
στη ζωή σε κίνηση αδιάφθορη.

Έχασα τη φωνή εντός μου,
ομιλώ με τα εκστατικά μάτια,
με την αφή που τυραννεί.

[Πορεία, 1940]

*

ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ

Οι εντυπώσεις είναι δάχτυλα,
πότε φιλντισένια, πότε πιο ρόδινα
ελαφρυά πάνω στο μέτωπο,
τους κρόταφους, εκεί,
στις ρίζες των μαλλιών ηδονή
στα ευαίσθητα βλέφαρα.
Κι’ είναι βάρβαρα χέρια,
πλατειά ή μυτερά
που σκεπάζουν το πρόσωπο
απότομα ή το ξεσκίζουν.
Όμως για να εισχωρήσουν
στο κλειστό μυστικό του σώματος,
εκεί ν΄αποτεθούν και να χωρέσουν
στη γυμνή ψυχή, πρέπει να περιμένουμε
ίσως πολύ για την ανάμνηση.
Τότε, το αποτέλεσμα φαίνεται
κι ας έχουμε εμείς ξεχάσει
την εντύπωση, γίνεται διαφορετική
αποδίνεται απ΄την ψυχή μας
απροσδόκητο, το σχέδιο,
της φυλαγμένης απάντησης.

[Φαντασία του χρόνου, 1949]

*

ΤΗΣ ΕΑΡΙΝΗΣ ΠΡΩΙΑΣ

Όλα τα τριαντάφυλλα υπάρχουν
σήμερα, μέσα στον κήπο
ευλογία και προσφορά. Κι’ είναι
τα μικρά πρόσωπά τους, μ’ όλα
τα χρώματα, έκθαμβα στο πρωινό φως,
η εμορφιά της πρωΐας είναι απείραχτη.

Λάθη πάνω στην απείραχτη
χλόη, μεταξένια και πράσινη,
λιγνή κι απειράριθμη,
τ΄ανθρώπινα βήματά μου,
η προσοχή δεν έφτανε, για να μη
χαλάσει την απαλήν απόχρωση,

πάνω στο πράσινο, της δορσιάς απόχρωση
κρυσταλλένια.
                           Τα δέντρα
δεν κοιμούνται τις νύχτες
της άπληστης άνοιξης μεγαλώνουν
κι’ απλώνονται παραμυθένια.
Κρατούν ακόμα μυστικά, σκιές.

Ανάμεσα στα κλαδιά, σκιές
υπάρχουν ακόμα και το φως δισταχτικό,
σαν ευαίσθητος έφηβος, δεν πάει
να χαλάσει την ευωδιά της νύχτας
που μένει στα πυκνά φυλλώματα.
Απείραχτη απόχρωση, σκιές

της ανοιξιάτικης πρωΐας.

*

Η ΕΛΠΙΔΑ

Κλωστή ασημένια,
δισταχτικό αεράκι,
ήχος ήμερης μουσικής,
που απότομα σταματά κι’ ύστερα
ξαναρχίζει ίδιος, με σιγουριά.

Λόγος που τον ψιθυρίζουν σιγά
και δεν τον καταλαβαίνεις,
μα τον χαίρεσαι κρυφά.
Χαμόγελο που περνά σε χείλη χλωμά,
νεανικά.
Είναι βήματα βιαστικά σαν ασύλληπτα,
στο σκιερό μονοπάτι.
Σκιά φευγαλέα την ώρα του δειλινού.

Ένα κλαδάκι λιγνό
με φύλλα μεταξωτά, διάφανα,
ανοιχτοπράσινα, στον ανοιξιάτικο ήλιο.

Ένα μικρό πουλί
που σε κοιτάζει, σα να μη φοβάται.
Ίσως, γιατί θάθελε να το πιάσεις,
ίσως γιατί ξέρει
πως να το συλλάβεις
δε θα μπορέσεις ποτέ.

Χωρίς να σου φύγει,
τα χέρια σου φαίνονται άδεια,
σα να κράτησες μουσική.

Αγρόκτημα Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, 1952.

[Παραμύθια του κήπου, 1955]

*

ΓΕΝΝΗΣΗ ΕΙΣ ΕΑΥΤΟΝ

Όταν μ’ εγκατέλειψες,
Εσύ, που κρατάς το άνθος
και μαζύ τον καρπό, τότε
η παραφορά της λύπης μου
έφτασε την ένταση της χαράς
και τα μάτια μου με είδαν.

Όταν μ’ άφησες, καθώς Σε καλούσα
να με βοηθήσεις, η συντριβή μου
γνώρισε όλο το μέγεθος της έξαρσης
που ανήκει στην ψυχή και στο σώμα
και τότε αισθάνθηκα το σχήμα μου.

Όταν Σου μίλησα κι αποστράφηκες
και μ’ άφησες μόνο,
εγώ αποστράφηκα, μονάχος μου
έμεινα μόνος, τότε
δοκίμασα πάνω στη γλώσσα
της πολλής μου λαλιάς, τον ένα
λόγο της πιο δυνατής παρηγοριάς.

Όταν Σ’ αποζητούσα με την απόγνωση
σα σημάδι στα χέρια,
σήμαντρο, όπως των λοβιασμένων
που τους φοβούνται οι ελεούντες,
Εσύ μ’ άφησες να σηκώσω μια πρόφαση
κι’ εγώ μπόρεσα ν’ αποφασίσω πως είμαι.

Όταν Σε περίμενα και δεν ήρθες,
δεν έρχεσαι και δεν θάρθεις ποτέ,
τότε η αναμονή έγινε η πάσα απάντηση
κι’ εγώ πέρασα εκείθε, είδα
ακόμα και την επιστροφή και γνώρισα
πως η ματαιότητα μπορεί να γίνει
τροφή της απέραντης φαντασίας.

Όταν Εσένα ρώτησα,
– τον εαυτό μου ρωτώντας, – γιατί;
Ο εαυτός μου τοίμασε την απάντηση
που ήταν ετοιμασμένη, είχε δοθεί,
είχε δεθεί η ανησυχία με τη γαλήνη,
η γη με τον ουρανό, ζυγιάστηκε
η στιγμή μετέωρη, σε άγνωστο φως
κι’ είδα τον εαυτό μου ολόκληρο,
ήταν απλό και συνηθισμένο, τόσο,
που δέχτηκα να τον παραδεχτώ.

[Αντιθέσεις, 1957]

*

ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ / 26

Ο άνεμος με τη διάφανη,
δροσερή παρουσία του,
με τη δική του ζωηρή συντροφιά,

όταν χαμογελά, καθώς ανοίγει
την πόρτα απ’ το πλαϊνό δωμάτιο,
εκεί που δεν το περιμένεις –
χαμογελά, γιατί τρομάζεις,
                                                 τρόμαξες,
έξαφνα, γιατί συλλλογιζόσουν,
πως ήσουν μόνος κι’ εκείνος
έσπρωξε την πόρτα κι’ άκουσες
τ’ ασύλληπτα, κρυστάλλινα βήματα.

Τι ήρθε να σου πει;
Τι θέλει να ορίσει με τη δική του θωπεία;

Πως έξω, ο ήλιος είναι παντοδύναμος
κι’ αυτός, καθώς ζητούσε να μείνει δροσερός,
τρύπωσε, λέει, στο σκιερό δωμάτιό σου,
για να τα πείτε οι δυο σας.
Στέκεται, τώρα, ορθός ο άνεμος,
μπροστά σου και περιμένει να σ’ ακούσει:
να πάρει τα «πτερόεντα έπη».

[Ημερολόγιο, 1955-1973]

*



“Επιστροφή” – από τις θερινές διακοπές· “στα θρανία”, κ.λπ.. Εδώ και τρία χρόνια (μετά τον Νίκο Χουλιαρά και την Ελένη Βακαλό), κάθε φθινόπωρο, το “The BooksJournal” ξαναγυρνά σ' ένα ποιητικό έργο το οποίο ίσως παραέχουμε καιρό να επισκεφτούμε. Με την ελπίδα να ευφρανθούμε και να ωφεληθούμε.




Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2017

σεπτέμβριος 2017 _ δήμητρα κατιώνη + γιάννης σαρηγιαννίδης













Δήμητρα Κατιώνη

ΤΑ ΦΥΛΛΑ
Είναι οι πτητικές μηχανές του χώματος. Περιμένουν την τελευταία σου πνοή. Ανάσταση νεκρών με το πρώτο αεράκι.

ΛΥΓΙΣΕ
Επιτέλους το κορμί. Να φυτρώσει στο χώμα επιτέλους το κεφάλι. Βολβός υγρός κι ατίθασος. Με λίπασμα τη σκέψη: μια άνοιξη που συγχωρεί.

ΤΑ ΑΓΑΛΜΑΤΑ
Είναι μικρά παιδιά. Έχουν πεισμώσει να νικήσουν. Νικά όποιο μείνει ακίνητο. Από το πείσμα τους αυτό  προέκυψε η αιωνιότητα. Από μια μικρή, απερίσκεπτη ακινησία.

ΤΟ ΝΑΝΟΥΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΧΕΛΩΝΑΣ
Κοιμήσου απάνθρωπο, στην πέτρα πάνω, νάνι νάνι κι αύριο πάλι σπίτι, μάνι μάνι κι αύριο πάλι δρόμος, νάνι νάνι, ο μπαμπάκας δε θα ’ρθει, νάνι νάνι κι αύριο πάλι θα ’σαι μόνο εσύ.

***

Γιάννης Σαρηγιαννίδης


ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ


Στρατιές, άδειων, κουτιών, πολιορκούν, το διαμέρισμα
έξοδος, μηχανή του χρόνου, μέρες αλλιώτικες, μέρες-ξεπακετάρισμα.

Κουτιά, όχι αυτά, άλλα που δε σφραγίστηκαν ακόμα, κι όμως τόσες φορές
πρόβα η μνήμη: όσα προσπαθείς να θυμηθείς συμβαίνουν τώρα.

Κάπου εκεί, ένας κρυφός, παρονομαστής. Γράμματα, διάλογοι,
πλέον αισθάνεσαι, πως ήταν, από παλιά σειρά, της τηλεόρασης.

Η ιστορία ωστόσο ήταν αληθινή μέχρι που μετακόμισαν οι ήρωες. Έκτοτε,
κάθε φορά που μια ερώτηση μένει απροσδιόριστη, σκέφτομαι εσένα.


ΛΑΒΥΡΙΝΘΙΤΙΔΑ 1


O κόσμος φράκαρε στο παρόν:
Το κάθε μόριο του σώματός μου
γυάλινο μάτι    κοιτάζει    μέσα μου
θέλει να γίνω ανεμοστρόβιλος
μετράει αντίστροφα μέχρι το στραβοπάτημα
προτείνει ελεύθερη πτώση στο διάστημα

Και στο κρεβάτι:
Ακινησία σανίδας επίδειξης
λίγο πριν σπάσει στα δύο

* 

ΛΑΒΥΡΙΝΘΙΤΙΔΑ 2


Ξεκίνησε στον έβδομο
η επιβίωση αδύνατη
κυκλωτικές κινήσεις
από ξηρά και θάλασσα
πόδια ψηλώνουν στο μπαλκόνι
και όσο πιο ψηλά βρεθώ
η γη θα τιμωρήσει περισσότερο

ίσως ακόμα και στο κρεβάτι:
Αν ξαφνικά το σύμπαν κάνει
περιστροφές όπως του πλυντηρίου;

Έτσι λοιπόν εφηύρα έναν ακόμα τρόπο για να με σώσεις
κάτι σαν βαρίδι για χαρτί


~


Δήμητρα Κατιώνη. Γεννήθηκε στην Καβάλα. Από το 2001 ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές Το παραμύθι από ψηλά (2008) και Τρεις μέρες κι ένα τρίτο (2016).

Γιάννης Σαρηγιαννίδης. Διδακτορικός φοιτητής στη Γνωστική Νευροεπιστήμη. Ποιήματα και μεταφράσεις του δημοσιεύτηκαν ή πρόκειται να δημοσιευθούν σε περιοδικά όπως: Οδός ΠανόςΜανδραγόραςΕντευκτήριοΠοιητική και Τεφλόν. Ζει μεταξύ Λονδίνου και Ουάσινγκτον.