Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018

ιούνιος 2018 _ john fuller [μτφρ.: χριστιάνα μυγδάλη]


















Τζον Φούλερ


ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΚΑΛΙΜΠΑΝ ΚΑΙ ΑΡΙΕΛ


Άριελ
Τώρα έμαθες τις λέξεις και είμαι ελεύθερη,
    -Το πεύκο μου άνοιξε στα δυο, λύθηκε η τραχιά σου γλώσσα-
Και οι καμπάνες προσκαλούν τη μουσική της θάλασσας.
Από το βάθρο αυτό, μπορώ ξεκάθαρα να δω:
Θα με κακοποιείς μες στην ταπεινωμένη περηφάνια σου.
Τώρα που έμαθες τις λέξεις και είμαι ελεύθερη
Να σε τσιμπάω και να σ’ εκφοβίζω αιώνια,
Και να κλωθογυρίζω στο νησί, καθώς θα κρύβονται οι γοργόνες
Και οι καμπάνες θα καλούν τη μουσική της θάλασσας.
Στενά σε παρακολουθούσα από το δέντρο μου:
Με ψάρι έμοιαζες, φόνο εννοούσες.
Τώρα που έμαθες τις λέξεις και είμαι ελεύθερη
Ν’ ακούσω, ποιος στ’ αλήθεια έχει νικήσει;
Γιατί ίσως να πνιγείς καθώς θα ανεβάζω την παλίρροια
Και οι καμπάνες θα καλούν τη μουσική της θάλασσας.
Ποθείς Εκείνη, τρίζεις τα δόντια σου σ’ εμένα.
Οι βρυχηθμοί σου ξεγελούν απλά τον μέσα πόνο
Τώρα που έμαθες τις λέξεις. Κι είμαι ελεύθερη
Ενώ οι καμπάνες προσκαλούν τη μουσική της θάλασσας.

Κάλιμπαν
Εσύ δεν έχεις συναισθήματα που αδυνατείς να τα δαμάσεις;

Άριελ
Ο στόχος μου είναι το παν, και, μέσα στο σκοπό μου
το επίτευγμα, ενώ άλλους,
Πόθοι κατώτεροι ίσως τους κινούν.
Μισούν τα πόδια τον νωθρό αδελφό τους
Που κρέμεται από τα πέντε τιμαλφή
Να κρατηθούμε ζωντανοί.

Κάλιμπαν
Εσύ δεν έχεις όνειρα που αδυνατείς να τα κατονομάσεις;

Άριελ
Μια εικόνα οφείλει να υπερβαίνει την κορνίζα
Μιας και όρια δεν υπάρχουν
   Για τη λαμπρή πραγματικότητα.
Παρ’ όλες τις περιπλοκές
   Και τις δηλώσεις τους,
Οι λέξεις δεν μπορούν να δουν.

Κάλιμπαν
Δεν είναι το ίδιο πράγμα λέξη και αντικείμενο;

Άριελ
Οι λέξεις δεν είναι τίποτα άλλο παρά πιόνια σε παιχνίδι παιδικό.
Η κάθε κίνησή υπαγορεύεται
   Μονάχα απ’ τους κανόνες.
Κάθε κανόνα μπορεί να παραβεί
είτε ένας μαθητής από έξυπνο σχολείο
   Ή κι ο τρελός στη βαρεμάρα του.

Κάλιμπαν
Και τότε πώς μπορούν οι λέξεις να πληγώνουν και να ακρωτηριάζουν;

Άριελ
Αν το μπορούν αυτό οι λέξεις, είσαι ήδη χωλός.
Τσακισμένος απ’ τις λέξεις σαν το κούτσουρο,
Συνθλιμμένος απ’ τις λέξεις σαν τον πάγο
Η γλώσσα είναι για τους δειλούς
Που τους κανόνες πάντα θεωρούν σωστούς
Με όποιο τίμημα.

Κάλιμπαν
Ε, τότε, ξέμαθέ μου τη την γλώσσα.
Την κρύα θάλασσα άσε να με παρασύρει
Και να με καταπιεί μες στη βαθιά της
Σιωπή. Μάθε μου να παραβιάζω τους κανόνες.

Άριελ
Τώρα που μπήκες στα βαθιά, θα κολυμπήσεις.
Η θάλασσα θα σε ξεβράσει πάλι αν παραστήσεις
πως παραβαίνεις τους κανόνες ενώ τους τηρείς.

Κάλιμπαν
Καλά λοιπόν, αν είναι αλήθεια αυτό που λες, για πες μου
Τι ήξερες όταν δεν είχες κίνηση;
Ποιο ένστικτο υπαγόρευε σε κάθε λειτουργία τι να κάνει;

Άριελ
Οι λέξεις δεν θα μπορούσαν βέβαια να βοηθήσουν το νερό μες στο κανάλι να αποδείξει
Ότι δεν  είναι ελεύθερο σαν τον ωκεανό, ούτε το πεύκο ότι δεν είναι καύσιμο υλικό.
Απλά υπήρχα, δίχως λέξεις, στην σχισμή μου.

Ούτε και τώρα χρησιμοποιώ τις λέξεις μα εσύ,
Από αφέλεια, ίσως νομίζεις πως το κάνω.
Αφήσαμε πια το νησί και πιάσαμε
Κουβέντα στο λευκό χαρτί
Λευκό σαν άμμο, κι όπως το νησί, τριγυρισμένο αιώνια
Από την απεραντοσύνη τη μουντή.
Κι εγώ, (που πια κατανοώ),
Ορίζω αυτή τη χάρτινη τη γη.
Νομίζεις είμαι ετοιμόλογη; Είμαι κι αυτό,
Αλλά όταν βαρεθώ να σε γρονθοκοπώ
Μαϊμού της Εύας, ούτε κι αυτό θα είναι αρκετό
Ούτε το φάντασμα του Μιλάνου, που διαταγές του ακολουθώ:
Για όλα αυτά που εγώ μπορώ,
Παραείσαι ανθρώπινος, Κάλιμπαν.
Χοροπηδάς, μιμείσαι τον ανθρώπινο χορό
Η μουσική κι η αγάπη είναι η τροφή
Που σου διαφεύγει, σαν φυλαχτά που κουδουνίζουν κρεμασμένα
Μπροστά στα τεταμένα χέρια σου που τα καλούν.
Μήπως θαρρείς εγώ δεν ήθελα το δέντρο μου;
Ή μη δεν είχα κουραστεί τάχα να επιδεικνύομαι; Το να ’σαι ελεύθερος
Κάθε στιγμή μοιάζει με τη δική σου επιλογή
Απ’ της φωνής τα άπειρα πυροτεχνήματα
Φτύνεις, αγκομαχάς, ωρύεσαι σαν τρελός
Μα η υγρασία πλημμυρίζει, ξεχειλίζεις
Οι ανούσιες λέξεις στάζουν απ’ τη γλώσσα σου
Σαν τις φτερούγες που κουράζονται φτεροκοπώντας
Γύρω απ’ τα ιδιότροπα τα πνεύματα του αέρα.
Βρίζεις. Μουτρώνω. Πάντοτε. Αυτός. Εκεί.
Της σφαίρας η ταχύτητα δεν είναι άθλος
του καιρού, φωτογραφία είναι του σταχιού.
Μια μύγα του καλοκαιριού που πιάστηκε σε αστραπή
Πιτσιλωτής ακινησίας. Τον άκουσες τον παφλασμό;
Νομίζεις δεν κινείται το παγόβουνο;
Τα υπέροχα φτερά που αγωνιούν θα αποδειχθούν
Στάλα κεχριμπαριού και σπίθα.
Το σύμπαν, κόσμος και φλοιός μου.
Που λαχταρώ όπως και το σκοτάδι που προσμένω.

Κάλιμπαν
Μια γλώσσα έμαθα, τίποτα δεν κατάλαβα:
   Τώρα εσύ ξανοίχτηκες, κι όσα μου ανήκαν
Χάθηκαν, όπως το όνομά μου, στο μαγεμένο δάσος.
Δεν έχω λέξεις να αρνηθώ να πάω να φέρω ξύλα.
Το θαυμαστό το γάντι σχίζεται πάνω στην τριχωτή πατούσα.
Μια γλώσσα έμαθα, τίποτα δεν κατάλαβα.
Στην αρχή, έστηνα όσες συλλαβές μπορούσα
Κείνη με περιγέλασε, με άφησε στην ακτή.
Χαμένο, όπως το όνομά μου, στο μαγεμένο δάσος.
Φαντάσου την οργή μου τότε, Άριελ, καθώς στεκόμουν
(Μια εικόνα στο μυαλό, που να τη σχεδιάσω δεν μπορώ,
Μια γλώσσα έμαθα, τίποτα δεν κατάλαβα).
Κλαίγοντας μες στη θάλασσα, αρμύρα στην αρμύρα, ελπίζοντας Εκείνη
Να επιστρέψει, να με οδηγήσει μέσα απ’ την πορτούλα
Την Χαμένη, σαν το όνομά μου, στο μαγεμένο δάσος.
Ο αφέντης μάς καλεί: Νομίζω πως δεν είναι ταιριαστό
Να είμαστε δυσαρεστημένοι, με την ελευθερία σου εσύ
Ή με τη γλώσσα μου εγώ (την έμαθα, τίποτα δεν κατάλαβα)
Χαμένοι, όπως τ’ όνομά μου, στο μαγεμένο δάσος.


μετάφραση: Χριστιάνα Μυγδάλη


*

Σημείωση της μεταφράστριας: Οι συνδιαλεγόμενοι του ποιήματος είναι δανεισμένοι ήρωες από την Τρικυμία του Σαίξπηρ. Και τα δύο πλάσματα είναι άφυλα∙ η επιλογή αρσενικού και θηλυκού είναι της μεταφράστριας.

~

Τζον Φούλερ. Συγγραφέας και ιδρυτής τής Sycamore Press (1968-1992). Γεννήθηκε το 1937 στην κομητεία του Κεντ, στο Ην. Βασίλειο. Δημοσίευσε 15 ποιητικές συλλογές, πεζά για ενηλίκους και παιδιά, καθώς και κριτικά δοκίμια.

Χριστιάνα Μυγδάλη. Φιλόλογος και μεταφράστρια. Διδάσκει διαπολιτισμική μετάφραση και θεωρία διασκευής στο ΕΚΠΑ και ασχολείται με την πρακτική της θεραπευτικής ανάγνωσης.