Στις
28 και 29 Απριλίου 2017, το βιβλιοπωλείο
«Λεξικοπωλείο» σε συνεργασία με το «Με
τα λόγια (γίνεται)», καθώς και με τις
εκδόσεις “La tête à l’envers” και τον
Πολιτιστικό Οργανισμό Βαλλονίας-Βρυξελλών,
διοργάνωσε το διήμερο φεστιβάλ «Sept +
Δέκα». Στα πλαίσιά του, επτά γαλλόφωνοι
ποιητές και ποιήτριες συναντήθηκαν με
δέκα ελληνόφωνους ομοτέχνους τους, και,
ανά ζεύγη, απέδωσαν στην γλώσσα τους
ποιήματα αλλήλων. Μιας και κανείς από
τους γαλλόφωνους δεν γνώριζε επαρκή
ελληνικά, αλλά και, από την μεριά των
ελληνόφωνων, οι μεταφράσεις στηρίχθηκαν
στην διαμεσολάβηση, σε κάποιες περιπτώσεις,
μιας άλλης γλώσσας (αγγλικά ή ισπανικά),
τα αποτελέσματα –που αναγνώσθηκαν κατά
το διήμερο εκείνο και εκ των οποίων οι
ελληνικές αποδόσεις δημοσιεύονται
σήμερα εδώ– δεν διεκδικούν κατ’ ανάγκην
μεταφραστικές δάφνες. Διατηρούν, ωστόσο,
την θερμοκρασία της συνάντησης και της
κατανόησης μεταξύ ομοτέχνων – και
οπωσδήποτε ωφελούνται από την ποιητική
(συν)εργασία.
~
Μικαέλ
Ωσάν
ΤΟ
ΚΤΙΣΜΑ
Αφού
αφαιρεθεί το ιπτάμενο τμήμα των καμπυλών
και των αυχένων, θα μας απομένει πιο
πολλή σκιά παρά ηχώ.
Μα
δεν εξαφανίσθηκε το παν. Το κτίσμα,
πλημμυρισμένο με πέτρες και κίνηση,
παραμένει μια μορφή δανείου. Η πηγή μιας
πτυχής που αλλαξοδρόμησε. Η σελίδα ενός
αγώνα δρόμου. Σημείο που τυρβάζει και
αναφωνεί. Αναχώρηση στο πέρας ετούτης
της διασκέδασης.
Εδώ
και εκεί. Εκεί και εδώ. Που αφέθηκε
μονάχα. Αυτό που δεν είναι το τίποτε.
Αυτό να κάνεις. Και τη μέρα το πλήθος,
αυτό κάνει. Αφαιρεί και παραδίδει στην
ακρίβεια. Με τον αστεϊσμό μιας πρόγευσης.
Αυτό
εκεί το σημείο που θα ‘χει αρνηθεί το
ρήγμα και την είσοδο.
– μτφρ.:
Παναγιώτης Ιωαννίδης
~
Νοέ
Μαιρ
[Έξι
ποιήματα χωρίς τίτλο]
Κάτω
από τον ουρανό της μεγάλης μνήμης
ένα
άρωμα θάμνων
το
πρόσωπό σου καλεί τα χέρια μου
αγγίζεις
το μαλακό, εύθραυστο εσωτερικό
απορρίπτω
το κενό
με
χαμόγελο.
*
Δίπλα στο δέντρο, ένιωσα τον αέρα
Δίπλα στο δέντρο, ένιωσα τον αέρα
πάνω
στα βλέφαρά μου
άκουσα
τον άνεμο να τρίβει το ξύλο
οι
ρίζες του σχηματίζουν μια παράξενη
κούνια
για
τη γέννησή μου
για
τον ύπνο μου από βρύα και νεκρά φύλλα
τα
κλαδιά του υψώνονται στα σύννεφα,
ψηλά
ώς εμένα.
*
Βούτα
και εναπόθεσε στον πάτο, την μπλε
ελεκτρίκ
ασχήμια, την εγγεγραμμένη βία
άσε
τις κρύες σταγόνες να πέφτουν στο λαιμό
σου
και
μακάρι πάντα να κυλούν
πέτα
το χοντρό, μελαγχολικό φίλτρο για το
γκρίζο
και
από μέσα φωτίσου
κουνήσου,
ανακουφίσου, καθάρισε. Πήγαινε και ζήσε.
*
Επιλέγω
την απουσία, το παράθυρο.
Μεριμνώ.
Γυαλίζω
την αδυναμία μου, όταν
το
παχύ γρασίδι, η σκληρή γη
φωτίζονται
και αποτραβιούνται
Ξαπλώνω
πάνω στο στομάχι μου
ώστε
να μην αφήσω κανένα αποτύπωμα
ας
αφήσω τα μάτια μου να περιπλανηθούν
στους λόφους
στα
πολύμορφα σύννεφα
ας
γρατζουνίσουν οι ρίζες τις παλάμες μου
*
Στη
σκιά των ριζών
το
αντίο στη μέρα
ένας
εσωτερικός κόμπος
ένα
γαϊδουράγκαθο στην παλάμη μου
η
σιωπή δεν ξέρει τίποτα για τη χαρά
ακόμα
κι αν τα έντομα συγκρούονται και
αγκαλιάζονται
*
Στο
διάστημα πριν τον ύπνο
οι
λέξεις αλλάζουν πλευρό
εξαφανίζονται
και απελευθερώνονται από την απουσία
σου
γράφω στο σκοτάδι
μακρυά
από τον παλιό ουρανό
η
αγάπη ξεκινάει και πάλι απόψε
πάνω
και μέσα από τα παλιά ιερά απομεινάρια
και
ο πόνος κουλουριάζεται στο κρεβάτι
οι
λέξεις μου ταξιδεύουν αργά
μέχρι
τις μακρινές χώρες όπου ανασαίνεις
βλέπουν
τα πάντα τα βλέφαρά μου
να
χαίρεσαι έχω πολλά να πω
η
ορχιδέα άνθισε στο δάσος
το
ίχνος όπου ο ωκεανός εμφανίζεται
η
φωνή μου στο τέλος.
– μτφρ.:
Δανάη Σιώζιου
~
Σιμόν
Μολινά
ΛΕΥΚΟ
ΠΑΝΙ ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΗΣ ΟΘΟΝΗΣ (Τρία ποιήματα)
ριγμένο
κάτω απ’ τον ήλιο
σαν
διαφάνεια μαργαριταρένιας πέρλας
ένα
πλατύ λευκό πανί
αεράκι
χαϊδεύει απαλά ένα ισχίο ελαφρά μαυρισμένο
από
μια σκοτεινή σοφίτα
ένας
ονειροπόλος φλαουτίστας
σπέρνει
σε φρέσκο μονοπάτι
τις
κρυσταλλιένες νότες του
*
ανοίγεις
τα μάτια και δεν βλέπεις τίποτα
νιώθεις
τη σκόνη την αναπνέεις
όχι
την
εισπνέεις
έχει
καταλάβει τα ρουθούνια το στόμα σου
εισδύει
στους πνεύμονές σου
προσπαθείς
να βήξεις
αποκρυπτογραφείς το αδιανόητο
χαλίκια
συνθλίβουν το σώμα σου
το φυλακισμένο σώμα σου
κλείνεις
τα μάτια και δεν βλέπεις τίποτα
αργότερα
θα καταλάβεις
μια
πλάκα μπετόν πάνω στα πόδια σου
αργότερα
θα έχει εγγραφεί για πάντα πάνω σου
το
ξέσχισμα στους μυώνες μια κοιλότητα
για πάντα
όχι όχι για
πάντα
μια
κοιλότητα χαραγμένη πάνω στο σώμα σου
μέχρι το θάνατο
αργότερα
θα κατανοήσεις
ότι
ο θάνατος μόνο θα σβήσει
το
ίχνος που χαράχτηκε πάνω στα πόδια σου
ανοίγεις
τα μάτια και δε βλέπεις τίποτα
νιώθεις
το πρόσωπό σου αλωμένο
όχι-όχι
το πρόσωπό σου τον όλεθρο
ακούς
τη φωνή σου που δεν ακούει
που
όμως καλεί
όχι
δεν είναι η φωνή σου
είναι
μια φωνή που καλεί
η
φωνή σου έμεινε εκεί στο χείλος της
καταστροφής
ακούς
τις κραυγές, τις αντιλαμβάνεσαι
μαίνονται
στην απελπισία τους
δεν
τις αναγνωρίζεις
λες
και δεν σε αναγνωρίζεις
οι
φωνές εγκαταλείπονται
στο
βάσανο τον τρόμο τους
και
το αδιανόητο θα καταλάβει το χώρο εκεί
που πια δεν θα ‘σαι εσύ
εκεί
που δεν θα βρίσκεις πια ποτέ
τη
μισο-ταραγμένη σου ανάπαυση
τη
μισο-κλωνισμένη ελπίδα σου
κάθε
ημίμετρό σου
θα
πρέπει ν’ αποδεχτείς στο εξής
μια
ζωή του
όλα
ή τίποτα
κλείνεις
τα μάτια και δεν βλέπεις τίποτα
αναμένεις
να ξεσπάσει σάλος
ο
σάλος που έχει εγκατασταθεί ακριβώς
στο
κενό σμίλεψε η καταστροφή
σήμερα
εσύ
δεν έχεις παρά ν’ ακούς τις φωνές των
άλλων
προσπαθείς
ν’ αναγνωρίσεις εσένα
όχι
προσπαθείς
ν’ αναγνωρίσεις τη φωνή σου
τη
φωνή που εγκατέλειψες θαμμένη
εκεί
κάτω απ’ τη σκόνη και τα χαλίκια
κάτω
από μια ατέλειωτη νύχτα
να
τη μοιράζονται οι τρελλοί και οι ποιητές
όσοι ψάχνουν το
σώμα μιας φωνής εύθραυστης
μελωδικής παιδικής που
τραυλίζει
χτισμένης
στα χείλη του λάκκου
ακριβώς
τη στιγμή πριν την καταστροφή
φωνή
όσων λαχταρούν το σώμα μιας φωνής
που
ισορροπεί στο τεντωμένο σκοινί που
ίπταται πάνω από τη ζωή
σ’
ένα νήμα λεπτό
ανάμεσα
στη
στιγμή του πριν και του μετά
*
Ξηρά
στον άνεμο της ερήμου
τα
χείλια της αυγής
δίψα
κάτω απ’ την πορτοκαλιά
το
λευκό στο τραπεζομάντηλο
προ(σ)καλεί
το κρεβάττι του ονείρου
κόπωση
εκλιπαρεί για λήθη
τίποτε
δε θα ‘ρθει ποτέ
να
θεραπεύσει βελονιά τη βελονιά ό,τι
ξεσχίστηκε
μοναξιά
αγιάτρευτη
οδηγεί
σε πράξεις σύγχυσης
κάτω
εδώ παρόλα αυτά ξεσπούν γέλια
τα
λαμπρά γέλια του ήλιου
πάνω
ακριβώς στην απουσία
– μτφρ.:
Δήμητρα Κωτούλα
~
Φλοράν
Παπέν
ΝΥΧΤΑ
ΧΕΙΜΩΝΑ
Εν
αρχή ην το φως
Εξίτηλον
Αλληλουχία
χλωμή ζαλισμένης λευκότητος
Έγκαυμα
ωστόσο
Που
το αγγίζει το μάτι μόλις πρωτοβλέπει
Το
γνώρισαν όλοι, όλοι το ξέχασαν
Μα
αν το μάτι αγγίξει το παγωμένο φως
Έγκαυμα
Για
να θυμάσαι καλύτερα
Τότε
ήλθε η κίνηση
Σαν
βλεφάρισμα πέτρας
Θόρυβος
που τρυπά την γροθιά του κυλίσματος
Ρίγος
επίσης
Που
ανασείει την λευκή νότα
Όταν
θυμάσαι πως είσαι
Όταν
θυμάσαι πως ήσουν
Νύχτα
χειμώνα σε ταξίδι άλλο
Μέσ’
από πεδιάδες μακρινές όπου κοπιάζει η
πάχνη
*
Η
ΕΠΟΜΕΝΗ ΕΠΟΧΗ
Δες
πού αρχινά η σιωπή
Και
το απόμακρο, χωρίς καμπαναριά
Το
χιόνι πλέκει εκεί από ασήμι επάλξεις
Δες
πριν τις κατεδαφίσει η λευκότης
Βλαστημώντας
το άπειρο
Εκείνος
σκέφτεται ότι θά βρει εκεί λειχήνες –
καμμιά φορά
Που
τους πυρώνει η επαφή με τους κομμένους
σύρριζα κορμούς
Και
τα παρθένα βρύα
Καμμιά
φορά
Τα
ίχνη αυτά επιστρέφουν, μέσα στην κόπωση
σωρών χιονιού
Βαριά
από πατημασιές δίχως ορίζοντα
Ίσως
να δοκιμάζεται έτσι η παρουσία
Θυμάσαι
τις λαμπηδόνες του Αυγούστου
Που
φτιάχναμε μες στις δίνες των βάλτων;
Φτάσαμε
όμως πια στη λησμονιά
Φτάσαμε
στην απόσταση
Αυτό
εδώ είναι χιόνι, να θυμάσαι
Και
θα το διακηρύσσουμε
Ώς
την επόμενη εποχή
– μτφρ.:
Παναγιώτης Ιωαννίδης
*
ΜΠΡΟΣΤΑ
ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ
I
Μπροστά
στη νύχτα
Ό,τι
επέζησε απ’ τον κίνδυνο
Σα
να επιτρέπαμε στις σκιές
Που
είχαν χάσει το θάρρος τους
Να
αποσπάσουν την προσοχή μας
Γιατί
συνέβαινε τα βήματα
Το
ένα πίσω απ’ τ’ άλλο
Να
οδηγούν στην εξαφάνιση
Και
η βροχή
Να
διαλύει τις προοπτικές
Ώσπου
να καταστεί σφοδρό
Το
αίνιγμα του εδάφους
Στην
τάξη των τάφρων
Ζητάω
μπαστούνι
Μα
ποιος θα μπορούσε να πει
Αν
αυτή η μυρωδιά
Που
δεν φεύγει από πάνω μας
Έρχεται
απ’ την αυλακωμένη γη
Ζητάω
καρδιά
Μπροστά
στη νύχτα
Μια
πρώτη διερώτηση
Υπήρξαμε
ένα τμήμα αυτού του κόσμου
Και
των συσχετισμών του
Υπήρξαμε
ένα τμήμα αυτού του κόσμου
Και
των τομών του
Αυτού
του κόσμου και του απείρου
Υπήρξαμε
ένα τμήμα αυτού του κόσμου
Απαράγραπτο
II
Κάτι
έπαιρνε μορφή
Πλησιάζοντας
το γκρίζο
Χωρίς
να μοιάζει ούτε στη μέρα
Ούτε
στη νύχτα
Μια
γεωγραφία ευρεία και υπέρτατη
Ξένη
προς την υπόνοια
Του
περιγράμματος
Τα
χέρια μας επανήλθαν στους όγκους
Τα
μπράτσα μας
Τα
μπράτσα μας τοξότες
Που
μας έδειχναν τον δρόμο
Στο
ημίφως
Λες
και οι μορφές του εδώ
Λες
και οι μορφές του εκεί
Συνέπειες
ακατάληπτων αιτίων
Ήμασταν
τμήμα του εκεί ασφαλώς
Του
εκεί και των προοπτικών
Που
παρουσιάζονταν
Μέσα
σε τόσα αγκάθια
Και
πόσο υπέροχα τα χαμηλά τα δάση
Απ’
όπου υπολογίζαμε τα βάθη
Σωστή
στιγμή για να υπάρχει κάτι
Σωστή
στιγμή για να έχει υπάρξει
Και
από μας τους προφανείς
Τους
ενδεχόμενους
Μόνο
ένα ίχνος
Μπροστά
στη νύχτα
Τις
απουσίες της
Ό,τι
επέζησε απ’ αυτήν
Τις
απουσίες της
– μτφρ.:
Όλγα Παπακώστα
~
Σαμπίν
Πελιόν
[Χωρίς
τίτλο]
Τώρα
που απαιτείς το μερίδιο του ανέμου
και
των χελιδονιών
Κατάντικρυ
στους βράχους
τα
τσαλακωμένα κύματα ανασαίνουν
σκορπούν
τις λέξεις μας
Η
ξαφνική απουσία
του
βλέμματός σου
χαράζει
πολύ μακριά
Διαβατικά
πουλιά τρυγόνια
τραγούδι
σύγχυσης
Λέξεις
από δω και πέρα περιττές
χαμένες
στα φαιά φυλλώματα
Ανάμεσα
στα κλαριά του πεύκου
σε
βαθύ κυανό
σηκώνεται
κόκκινο φεγγάρι
Αποδέχομαι
τη σιωπή
αγναντεύω
αυτό
που πάλι μάς διαφεύγει
στη
ράχη των κυμάτων
η
κατεύθυνση του φωτός
το
μερίδιο του ανέμου
*
ΣΤΗΝ
ΑΚΡΗ ΤΟΥ ΒΛΕΜΜΑΤΟΣ
Στην
άκρη του βλέμματος τα κύματα
εγγράφουν
στο πεντάγραμμο
της
μέρας τη μουσική των ωρών
Οι
πέτρες της θάλασσας λειαίνουν το χρόνο
αντίστροφα
σ’ αυτόν
Και
το αλάτι ενώ στεγνώνει
σχεδιάζει
στο δέρμα σου
ένα
δίχτυ από αστέρια
*
ΚΥΠΑΡΙΣΣΙ
ΑΝΥΨΩΜΕΝΟ ΔΑΧΤΥΛΟ
Κυπαρίσσι
ανυψωμένο δάχτυλο
αγκαλιασμένο
από την νύχτα
καθορίζει
τον γαλάζιο χώρο
όλων
μας των επιθυμιών
Η
ανεξάντλητη γλυκύτητα του καιρού
ρέει
τους κυματισμούς της θάλασσας
τα
νησιά πολλαπλασιάζουν τους ορίζοντες
γαλανοί
λαβύρινθοι
στη
διαφάνεια της ημέρας
που
γέρνει
Συγκεντρωμένες
κοντά στον τοίχο
με
τις αποσφραγισμένες πέτρες
οι
πορτοκαλιές μοιάζουν να βαστούν τη
θάλασσα
φωτεινό
κύπελλο
άγνωστης
λατρευτικής ευχαριστίας
*
ΜΕΛΑΝΕΣ
ΜΕΛΑΝΕΣ
βηματισμός
του πλήθους
τρεις
Μοίρες είναι καθισμένες
Τα
μάτια τους τώρα υφαίνουν
το
πλέγμα ενός διχτυού
όπου
αιωρείται το Καλοκαίρι
δίκτυο
ρευστών σκιών
αφημένο
στα χέρια τους
Ανασύρει
και βυθίζει
τη
βελόνα στο άρωμα των φυκιών
κι
αυτές παραδίδουν την αλιευτική πλεκτάνη
θαμμένη
στις αναμνήσεις τους
Τρίζει
η σκουριασμένη πόρτα
της
λησμονημένης οικίας
κι
αυτές ερευνούν τη σιωπή
μυρωδιά
ρητίνης
Η
καρέκλα μπροστά από το τραπέζι
ήσυχα
αποσύρεται
*
[Χωρίς
τίτλο]
Λαμπάδες
των εγκαταλειμμένων εικόνων
το
λιωμένο κερί
κυπαρίσσια
που αρχίζουν
ν’
ανεβαίνουν στον ουρανό
μια
προσευχή
Κοντά
στο πηγάδι
της
ρίζας του λιόδεντρου
τακτοποιώ
στα σκαλοπάτια
το
ψωμί
το
σταμνί με το λάδι
τη
σφραγίδα μιας επιθυμίας
Σήμερα
κατεβαίνω προς τη θάλασσα
κι
ανεβάζω τα δίχτυα της μέρας
*
ΜΕΣΤΑ
Τραχύτητα
της μέρας
οι
συγκεντρωμένες αυτές πέτρες
χρώμα
του καμένου χρόνου
που
το περίγραμμα χάνουμε
Πλέγμα
των ωρών
όπου
ο άνεμος κυκλοφορεί
σε
σκοτεινές μυθοπλασίες
αιώνιοι
παρατηρητές
των
συγκεντρωμένων γυναικών
στα
πλευρά των πληγωμένων τοίχων
Παρεμβάλλονται
κόκκινα σταφύλια
στη
σοδειά από ντομάτες
για
την παράταση του Καλοκαιριού
Η
θάλασσα δεν είναι πια εδώ
μόνο
ένα θρόισμα φτερών
το
χωριό που κλείνεται
σ’
ένα λαβύρινθο στενών δρόμων
– μτφρ.:
Λίνος Ιωαννίδης
*
[Χωρίς
τίτλο]
Κατά
το άνοιγμα της νύχτας
Βάζει
τα λόγια της
Στο
μετάξι του πινέλου
Διακινδυνεύει
δίχως θόρυβο
Ανάμεσα
σε αλλόκοτους καμβάδες
Εκεί
το ένα χρώμα βρίσκει τα’ άλλο
Εκεί
ανταμώνουν οι παραπόταμοι
Κατά
το άνοιγμα της νύχτας
Αποτυπώνει
τα υπολείμματα
Των
ονείρων που διχάστηκαν
Των
ελπίδων που έμειναν πίσω
Και
μετά στο λεπτό ύφασμα
Επιστρέφουν
οι επωδοί
Τα
τραγούδια για τον ύπνο
Κατά
το άνοιγμα της νύχτας
Ανατρέχει
στα κλαδιά
Μιας
βροχής κληματαριάς
Κρήνης
των λέξεων
Φυλλωσιάς
των παραλείψεων
Ροής
του ήχου
Του
υφαντού που αραιώνει
Καθώς
η νύχτα σβήνει
Πίσω
από εκείνη αναχωρεί
Ένα
παραβάν από σπινθήρες
Που
φωτίζει τον ουρανό
– μτφρ.:
Παυλίνα Μάρβιν
~
Ανν
Πεντέρς
από το «ΚΑΛΑ»
«Η
Ελλάδα είναι μπροστά μας.»
Κάθε
μέρα να βλέπεις αυτό.
Γραμμένο
στον τοίχο.
Από
κάτω η μνήμη. «11 Σεπτεμβρίου. Αλιέντε.»
Θυμήσου
/ εσύ δεν ήσουνα γεννημένη.
Η
Ελλάδα είναι μπροστά μας.
Στα
δεξιά του τούνελ, καθώς έρχεσαι απ’ το
πάρκο.
Concern.
I
mean it.
Who’s
concerned?
Τα
αυτοκίνητα περνάνε κάτω απ’ τη γέφυρα.
Κάθε
μέρα.
All
of us. I mean it.
Beyond
and Under. In and Out.
Να
χτίζεις.
The
bridge. Βομβαρδισμένη.
Τουριστικό
ερείπιο γιαπί. Δουλειές με φούντες.
Το
πολιτικό / της αρχαιολογίας;
A
journey. A deal.
[Όταν
ο αγώνας γίνεται καθημερινός, κρατάς
τη δύναμη
να
πετιέσαι απάνω;]
Βόσκα,
βόσκα, βόσκα όσο μπορείς!
Δεν
έχω πια λέξεις καθαρά δικές μου.
Τις
κλέβω. Όλα είναι λερωμένα. Ξαναλέω.
Τις
κλέβω, τις αναμασάω, τις ξαναβγάζω.
Όλα
είναι λερωμένα.
Ex
nihilo. Does
not exist.
*
Kalá.
Lexikon.
Ψάχνω.
Πίσω απ’ τη φωνή σου.
Διαβάζω.
Άλλες κραυγές, άλλοι κραυγές, άλλες
γραφές.
Το
χέρι σηκωμένο.
[πετάς
μια πέτρα μετράει και την απόσταση]
Το
χέρι σηκωμένο. Τρέχετε, οι κάδοι φλέγονται,
οι γάτες,
η
φωτιά της χαράς, της οργής.
Τα
λόγια τρέχουν, η αναπνοή ρηχή, ο δρόμος
γυρίζει, ο τροχός,
οι
γάτες, ηρεμία (α)διάφορη / είναι ουρανός
της νύχτας.
Όλες
οι γάτες είναι μαύρες.
What
am I looking for?
Τα
βότσαλα που πατάς;
__________________________________________κάτι
από
τον
κόσμο αυτό μάς κόβει τα φτερά.
Landscape.
Perfect blue sky.
Something
blurs. Perfect blue sky. Misty mind.
What
is to be seen?
Ένα
τοπίο. Μια πύκνωση.
Sorella.
Χτυπημένη
στην
καρδιά.
Come
se dice, sorella?
Kalimera
fili mou. Αυτό
μου λες. Kalimera.
Είσαι
μπροστά μου. Η οργή σου είναι τραγούδι.
– μτφρ.:
Ορφέας
Απέργης
*
You
should learn greek.
Speak.
As
loud as you can.
Δεν
μπορώ.
Να
σωπάσω. Ν’ ακούω.
—————-έρχεται
ένα πράγμα από κει κάτω
είμαι
βέβαιη.
Η
γη δεν περιέχει παρά απομεινάρια.
Σφυρηλατεί.
Το
πιο βαθύ απ’ τα κείμενα. Έναν χαρακτήρα.
Αυτό
που λείπει εδώ.
[εδώ,
η γη τίποτα δεν κρατά ανέπαφο, όλα εκεί
σαπίζουν]
τί να
μεταδώσουμε στις κατοπινές γενιές;
Γόνιμος
χούμος, τόπος όπου χορταίνεις, ξενοστιμίζεις
/ αναγκαιότης φυγής.
————————————————————————————-
να
ξεχωθείς, να ανασάνεις / αυτό που πρέπει.
Το
εγκώμιο της στρουθοκαμήλου;
Ο
κώλος στον αέρα.
Τόσο
τέλειος στόχος
που
δεν του επιτίθεται κανείς;
Δε
συμφωνείς / “αυτό του εδώ το γκρι, η
ανθεκτικότητά του, στην έρευνα ωθεί”,
λες.
“Ψάξε
το κι άλλο, είν’ εκεί” ————————————————
——στην
καρδιά της ομίχλης, το φως το άλλο.
Μου
λες (εσύ).
Ναι.
Αναμφίβολα. Μα το να παραμένεις σε
δολοφονεί. Λέω.
*
Ζούμε.
Μιαν
εποχή ατιμώρητης καχυποψίας, αλαζονικής
άγνοιας, σύγχυσης.
Μιαν
εποχή βασάνων δίχως τέλος.
Ζουνε.
Αυτό. Στον πληθυντικό.
Ενόσω
/ ζούμε. Άφωνοι. Πολλαπλάσιοι του ενός.
Δεν
έχει τίποτα να δεις. Μια ακόμα ιστορία
με στρουθοκαμήλους.
Where
do you come from, my good friend?
Πάντοτε
ήταν αναμφίβολα λιγότερα τ’ αστέρια
απ’ τους βοσκούς.
Μονάχα
να μπορούσε κάποιος να στοιχημάτιζε
εντέλει στην εξυπνάδα του κοπαδιού!
Η
ανθεκτικότης της στρουθοκαμήλου
Η
μακροζωία, η δύναμή της!
το
κεφάλι μες στην άμμο
-——αναγγέλλει
τη θύελλα.
Did
you know that?
————————είμαστε
η
θύελλα.
Καταφθάνουμε.
Καταφθάνεις / και πάντοτε ξανάρχεσαι
(εσύ είσαι που το λες)
Εσείς
θα καταφθάσετε εκεί;
Θα
ξαναρθούμε. Από μακριά.
Έτσι
το λένε / είναι μια έκφραση διαδεδομένη,
καταλαβαίνετε;
Διαπίστωση
απλή - μετά απ’ την / αποτυχία.
Όλα
θα πάνε πιο καλά. Kala?
– μτφρ.:
Μαρία Τοπάλη
~
Ζακ
Ρομπινέ
[Χωρίς
τίτλο]
Πρόδωσα
τη ζωή
σκάρωσα
κάλπικες ακτές
άλλαξα
ρότα στο άρωμα των λουλουδιών
στων
πουλιών το κελάηδισμα;
Τώρα
που στέρεψα από χάδια
ξέχασα
κάθε υπόσχεση
πήρα
των ποταμών
τις
φευγαλέες λάμψεις
Σιωπηλός
ταξιδιώτης
νυμφεύθηκα
τον άνεμο
το
θρόισμά του σαν πηγή
την
οργή- τα καπρίτσια του
Αγάπησα
τη βροχή
τις
μάσκες της -πάγος ή πάχνη-
των
φύλλων τη λύτρωση
που
επιτέλους αναγγέλλει
Τι
να πω για τα σύννεφα
ποτέ
τους δεν φλυαρούν
φτερά
μεθάν από φως
το
βράδυ ξεστρατίζουν
Πρόδωσα
τη ζωή
απ'το
πολύ που ατένισα τον κόσμο
μακριά
από την οχλοβοή και τις μανίες
των
ανθρώπων τις ταραχές;
Αγάπησα
αυτή τη γη
όπως
αρνούμαστε την εξορία
ενός
χαμένου παραδείσου
– μτφρ.:
Μάριος Χατζηπροκοπίου
*
ΤΟ
ΠΗΓΑΔΙ ΕΧΕΙ ΣΤΕΡΕΨΕΙ
Φυλακισμένες
μες στη λάσπη
οι
φτερούγες ενός πουλιού
στη
νύχτα δοσμένες επιπλέουν
-
εκεί που ζούσε έγκλειστο το φως
τώρα
η παλιανθρωπιά θεριεύει.
Πρέπει
να διαπεράσουμε
τα
δηλητηριασμένα στρώματα
να
αποτινάξουμε τη σκουριά του χρόνου
να
ξεφορτωθούμε τα νεκρά πούπουλα
να
εισχωρήσουμε ακόμη πιο βαθιά.
Ή
να περιμένουμε ωσότου έρθει στο φως
η
προδοσία των κοιμισμένων υδάτων
και
να σκαρφαλώσουμε στην ποταμιά
μέχρι
να βρούμε τις πηγές της.
*
[Χωρίς
τίτλο]
Η
καταχνιά απλώνεται στους κάμπους
και
καταπίνει τα χθαμαλά υψώματα.
Να
ξέρεις πώς παρά ταύτα
το
αόρατο υπάρχει
ότι
η λαμπρότητα η καταλυμένη
σε
λίγο θα λάμψει ξανά.
Είναι
μια βεβαιότητα που ξεσκεπάζει
τα
επιφαινόμενα.
Μέσα
μου αυτός ο ρεμβασμός
λάμπει
καταμεσής στην καταχνιά.
Μην
εξηγείς τίποτα
-άφησε
τα νερά να τρέχουν.
Σήκωσε
τα μάτια:
με
τον ήλιο που ανατέλλει
το
φύλλωμα ελευθερώνεται
και
λάμπει στον άνεμο.
Λησμόνησε
τους
σπασμένους καθρέφτες
και
τους ξέψυχους αστερισμούς.
Ανοιξε
τα βουνά
στον
χείμαρρο που κατρακυλάει.
*
[Χωρίς
τίτλο]
Μια
ευτυχία εύθραυστη σαν χορτάρι υγρό
ανάμεσα
σε δυο πλάκες χιόνι.
Πώς
να γλυτώσεις απ΄ τον άνεμο
τη
φλόγα που αργοσβήνει.
Πρέπει
να μπούμε ξανά
μες
στο θεοσκότεινο δάσος τυφλοί.
Να
βρούμε πάλι τις πηγές
έτσι
που η δίψα να μη σβήσει.
– μτφρ.:
Δημήτρης Χουλιαράκης
*
Mikaël
Hautchamp.
Ο
Μικαέλ Ωσάν πέρασε τα πρώτα είκοσι
χρόνια του στην Βρετάνη. Έχει εκδώσει
τρία βιβλία: Pâle
si
la
nuit (2002), Terre
à monde (2007)
και Formant
série
sans
trace (2011).
Υπήρξε υψηλόβαθμο στέλεχος της Εθνικής
Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. Σήμερα διευθύνει
το Γαλλικό Ινστιτούτο της Ελλάδας.
Simone
Molina.
Η
Σιμόν Μολινά ασκεί και διδάσκει τόσο
την ποίηση όσο και την ψυχανάλυση. Ως
ποιήτρια, έχει συνεργαστεί επίσης με
μουσικούς και κινηματογραφιστές.
Πρόσφατα βιβλία της: Archives
Incandescentes∙
Une
enfance dans la guerre∙
Voile
blanche sur fond d’écran.
Δήμητρα
Κωτούλα. Η
Δήμητρα Κωτούλα εργάζεται ως αρχαιολόγος
και ζει με την κόρη της στην Αθήνα. Η
Επίμονη
Αφήγησή
της κυκλοφόρησε το 2017. Ποιήματά της
έχουν μεταφραστεί σε εννέα γλώσσες και
δημοσιευτεί στην Ευρώπη και την Αμερική.
Florent
Papin.
Ο
Φλοράν Παπέν μεγάλωσε στην
La
Rochelle.
Το πρώτο του βιλίο ποίησης, Pollens,
κυκλοφόρησε το 2014, σε συνεργασία με τον
χαράκτη Renaud
Allirand.
Συνιδρυτής της εξαμηνιαίας πολιτστικής
επιθεώρησης Prussian
Blue,
έχει επίσης γράψει το σενάριο για το
κόμιξ Lehman,
la
crise
et
moi
(2013).
Παναγιώτης
Ιωαννίδης.
Τρία βιβλία ποίησης: Το
σωσίβιο
(2008), Ακάλυπτος
(2013), Πολωνία
(2016). Ποιήματά του μεταφρασμένα στα
αγγλικά, πολωνικά, σουηδικά και τουρκικά
έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά και
ανθολογίες. Μέλος της συντακτικής ομάδας
του περιοδικού «ΦΡΜΚ»∙ επιμελητής των
ποιητικών αναγνώσεων «Με τα λόγια
(γίνεται)».
Anne
Penders.
Η
Ανν Πεντέρς –συγγραφέας, εικαστικός
και ιστορικός της τέχνης– ζει, για την
ώρα, στις Βρυξέλλες. Εργάζεται με το
κείμενο, την εικόνα, και τον ήχο. Έχει
δημοσιεύσει πάνω από 12 λογοτεχνικά
έργα, πάνω από 10 ηχητικές δημιουργίες,
και σκηνοθετήσει πολλές ταινίες μικρού
μήκους.
Μαρία
Τοπάλη. Γεννήθηκε
στην Θεσσαλονίκη∙ ζει και εργάζεται
στην Αθήνα. Τρεις ποιητικές συλλογές,
δύο έργα για μουσικό θέατρο, μια
αλληλογραφία (με τον Κ. Ματσούκα).
Μεταφράζει ποίηση, πεζογραφία και
επιστημονικά κείμενα από τα γερμανικά
προς τα ελληνικά. Γράφει κριτική
συστηματικά για την "Ποιητική"
(της οποίας είναι μέλος της Σ.Ε.) και για
την "Καθημερινή της Κυριακής", και
σποραδικά για διάφορα έντυπα.
Λίνος
Ιωαννίδης. Γεννήθηκε
στη Λευκωσία. Έχει εκδώσει πέντε ποιητικές
συλλογές. Μεταφράστηκε στα γαλλικά, στα
αγγλικά, στα ιταλικά, στα ρωσικά, στα
ισπανικά, στα γερμανικά και στα λιθουανικά.
Έγραψε επίσης θέατρο, κείμενα για το
έργο λογοτεχνών και μετέφρασε ποίηση.
Μάριος
Χατζηπροκοπίου.
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Ποιήματά
του έχουν εκδοθεί σε διάφορα λογοτεχνικά
περιοδικά και συλλογικούς τόμους, και
μεταφραστεί στα αγγλικά και τα γαλλικά.
Μεταφράζει από τα πορτογαλικά το έργο
της Κλαρίσε Λισπέκτορ. Tο πρώτο του
βιβλίο ποίησης θα κυκλοφορήσει εντός
του 2018.
Noée
Maire.
Η
Νοέ Μαιρ ζει στην
Vallee
de
l'Herault.
Διδάσκει γαλλική λογοτεχνία. Ποιήματά
της έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά,
συλλογικούς τόμους και στην συλλογή
της, D'Ararat.
Δανάη
Σιώζιου.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καρλσρούη
της Γερμανίας και στην Καρδίτσα. Σπούδασε
αγγλική και ελληνική φιλολογία,
πολιτιστική διαχείριση και ευρωπαϊκή
Ιστορία. Υπήρξε συνεκδότρια του
λογοτεχνικού περιοδικού "Τεφλόν".
Ποιήματα, άρθρα και μεταφράσεις της
έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και
διαδικτυακά περιοδικά και ανθολογίες,
και μεταφραστεί στα αγγλικά και στα
ισπανικά. H ποιητική συλλογή Χρήσιμα
παιδικά παιχνίδια
(2016) είναι το πρώτο της βιβλίο.
Sabine
Peglion.
H
Σαμπίν Πελιόν γεννήθηκε στο Μονακό και
ζει στην περιοχή του Παρισιού. Οι σπουδές
της στην λογοτεχνία (το διδακτορικό της
αφορούσε το έργο του Φιλίππ Ζακκοττέ)
της επέτρεψαν να συνδυάσει την γραφή,
την ποίηση και την εκπαίδευση. Τον
Δεκέμβριο 2016 έλαβε στο Μιλάνο το Διεθνές
Βραβείο Ποίησης Léopold
Sédar Senghor.
Πιο πρόσφατη ποιηιτκή συλλογή της: Elle
m’avait demandé.
Παυλίνα
Μάρβιν.
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Μεγάλωσε στην
Ερμούπολη της Σύρου. Σπούδασε Ιστορία.
Το πρώτο της βιβλίο, Ιστορίες
απ' όλον τον κόσμο μου,
κυκλοφόρησε το 2017.
Jacques
Robinet.
O
Ζακ Ρομπινέ ζει στο Παρίσι όπου εργάζεται
ως ψυχαναλυτής για πάνω από 45 χρόνια.
Ήταν μέλος της Ecole
Freudienne
de
Paris
(που ίδρυσε ο Ζακ Λακάν) μέχρι την διάλυσή
της. Τα δυο πιο πρόσφατα ποιητικά βιβλία
του: Frontières
de
sable
και Miroir
d'ombres.
Δημήτρης
Χουλιαράκης. Γεννήθηκε
στην Αθήνα. Έχει εκδόσει επτά ποιητικά
βιβλία (πιο πρόσφατο: Ο
Ακρόκηπος,
2017), για τα οποία έχει τιμηθεί από την
Ακαδημία Αθηνών και από το περιοδικό
«Διαβάζω». Μεταφράζει λογοτεχνία από
τα αγγλικά, τα πολωνικά και τα τουρκικά.
Ορφέας
Απέργης.
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Ποιήματα, μεταφράσεις
και δοκίμιά του βρίσκονται μεταξύ άλλων
στα περιοδικά «Ποίηση», «Ποιητική» και
«Νέα Εστία» από το 2006 και εξής. Από το
2013 γράφει κυρίως για το λογοτεχνικό
περιοδικό «ΦΡΜΚ». Συγκεντρωτική έκδοση
των ποιημάτων του, με τίτλο Υ,
κυκλοφόρησε το 2011.
Όλγα
Παπακώστα. Γεννήθηκε
στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε κλασική
φιλολογία. Το 2013 κυκλοφόρησε η ποιητική
της συλλογή Όχι
ακόμη Κάρμεν.
Έχει μεταφράσει τις Τουσκουλανές
Διατριβές του Κικέρωνα. Ζει και εργάζεται
στην Αθήνα.