Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2013

δεκέμβριος 2013 _ 6 πρωτοεμφανιζόμενοι/ες ποιητ[ρι]ες





















Λευτέρης Ζαχαριουδάκης

[ΑΤΙΤΛΟ]


Ζωή στη χρυσή σχεδία
Ναυαγός στην απέραντη στεριά
Με άχρηστα κέρματα
Μολονότι ο θησαυρός είναι εδώ

*


Βασίλης Θωμόπουλος

[ΑΤΙΤΛΟ]


Μέσα στο σκοτάδι βλέπεις
Και όταν είναι ήλιος δεν βλέπεις

Άλφα κεφαλαίο άλφα μικρό
δεν έχουν διαφορά στον κόσμο
Α Σ Τ τα ίδια πάλι

Το Ω

Σήμερα για πάντα τώρα και για πάντα

*


Αφροδίτη Παπαγεωργίου

[ΑΤΙΤΛΟ]


Μάνα, ανεβαίνω στον κήπο
Ξέρεις τι θέλω;
Δωσ' μου λίγο αλάτι
Γεμάτος ντομάτες ο κήπος
Παίρνω μια, την ανοίγω
και ρίχνω αλάτι
Πώς μοσχοβολάει
Μυρίζω ξανά
και βλέπω εσένα
που φύτευες τις ντομάτες


*

Καλλιρρόη Παπαγεωργίου

ΜΑΧΗ ΜΕ ΤΙΣ ΦΛΟΓΕΣ

Κάηκαν σπίτια και μαντριά
όμως τώρα είναι σε ύφεση
η πυρκαγιά στη Βοιωτία
Το λιοντάρι της Χαιρώνειας σώθηκε

Ας βρυχώνταν και τα πρόβατα

*

Κωνσταντίνος Πλησιώτης


ΠΟΣΤΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ

Ο Γιώργος εργάζεται στο Δήμο.
Λίγο πριν ξημερώσει ο Γιώργος βγαίνει στους δρόμους.
Οι δρόμοι είναι γεμάτοι σαγόνια.
Συνήθως αποκολλημένες μασέλες.
Σπανίως σπασμένες.
Ως επί το πλείστον τεχνητές.
Ο κουμπάρος του Γιώργου είναι οδοντοτεχνίτης.
Γι’ αυτό το λόγο συνοδεύει το Γιώργο στις οδούς.
Οι οδοί είναι γεμάτες σαγόνια.
Οι περαστικοί τα αφήνουν ανάθημα στις γωνίες.
Ο Γιώργος δουλεύει ώς αργά το μεσημέρι.
Την υπόλοιπη μέρα αιτείται αναρρωτικής αδείας.
Ο κουμπάρος του είναι οδοντοτεχνίτης.
Δεν έβγαλε σχολή.
Ο Γιώργος χρειάζεται να βάλει μασέλα.
Ο κουμπάρος από λάθος τού βάζει τη μασέλα ανάποδα.
Ο Γιώργος τρώγεται μέσα του.
Αδειάζει.
Αιτείται αναρρωτικής αδείας.
Ο κουμπάρος του είναι οδοντοτεχνίτης.

*


Βίκυ Τσελεπίδου


ΣΤΗΝ ΠΙΣΤΑ

Μόνη στην πίστα τώρα μαγειρεύει σάλτσες.

Ντύθηκε το βράδυ κύκνος.
Ποδοπατημένα γαρύφαλλα.
Σκαρφάλωσε με τα φτερά της.
Στο χέρι κρατούσε την κουτάλα.
– Τι θα μαγειρέψετε με τα φτερά σας σήμερα;
– Πεθαμένα γαρύφαλλα σάλτσα.

Γύρω γύρω ανακάτευε,
έβρασε η σάλτσα, μπουρμπουλήθρες.
Γύρω γύρω, γύρω γύρω
έσκυψε στην κατσαρόλα της να δει.

Τα φτερά της πιτσιλίστηκαν.
Σαν ματωμένα έγιναν.

*

Λευτέρης Ζαχαριουδάκης. Άρχισε να γράφει ποιήματα μετά από ένα καλοκαιρινό εισαγωγικό μάθημα στον σουρρεαλισμό. Προτιμά τον καφέ του σκέτο. Στα όνειρα του ζει στην Ιαπωνία.

Βασίλης Θωμόπουλος. Γεννήθηκε στις 14 Δεκέμβρη. Πηγαίνει στην Δ’ Δημοτικού και, όπως όλα τα παιδιά, τρελλαίνεται για το παιχνίδι.

Αφροδίτη Παπαγεωργίου. Ήθελε να γίνει δασκάλα γαλλικών, αλλά έφτασε μέχρι την Γ’ τάξη του εξαταξίου Γυμνασίου. Κατάγεται από τον Άγιο Βλάσιο Αιτωλοακαρνανίας.

Καλλιρρόη Παπαγεωργίου. Αγάπησε την ποίηση από τις απαγγελίες του δάσκαλου Θύμιου Στούμπου και την «Επιθεώρηση Τέχνης» που διάβαζε ο πατέρας της. Σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάζεται ως καθηγήτρια.

Κωνσταντίνος Πλησιώτης. Γεννήθηκε στην Αθήνα. Μεγάλωσε στη Βάρκιζα, με τον θερινό ενθουσιασμό και τη χειμερινή μελαγχολία της. Σπούδασε Αγγλική Γλώσσα και Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών. Έγραψε πρώτη φορά όταν ήταν στην Γ' Λυκείου. Πάντα έχει την αίσθηση πως άργησε.

Βίκυ Τσελεπίδου. Γεννήθηκε στην Καβάλα. Σπούδασε Νομικά και Επικοινωνία. Συνεχίζει τις σπουδές της στην Λογοτεχνία, εργάζεται και ταξιδεύει.  


Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2013

νοέμβριος 2013 _ λι λι & γέσπερ σβένμπρου





















Λι Λι


ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ ΝΑ ΜΟΥ ΕΞΗΓΕΙ ΚΙΝΕΖΙΚΑ ΙΔΕΟΓΡΑΜΜΑΤΑ


Στην αρχή πήρες την ΕΥΤΥΧΙΑ
Το ιδεόγραμμα δείχνει ρούχα και λιβάδια, μου εξήγησες
Σημαίνει πως ζεις στον παράδεισο
είσαι χορτάτος και δεν κρυώνεις
Είδα έναν ορυζώνα να περικλείεται
από ένα ποτάμι και ένα δάσος μπαμπού
Ευτυχία είπες είναι να μην αρρωσταίνεις
να είσαι ευγνώμων όταν σε εξαπατούν
και να ακούς το γέλιο σου όταν σε χαστουκίζουν.

Μετά μου έδειξες ένα ιδεογράμμα
που έμοιαζε με πριόνι
ή με το φυτό που το λένε «συστολή»
Αυτό σημαίνει «εγώ», είπες
Δείχνει έναν άνθρωπο και ένα όπλο
Για να γίνεις εγώ
πρέπει να οπλιστείς
Ο Τσένγκις Χάν είχε τα άλογά του, τα βέλη του
Ο Βούδας μπορούσε να διασχίσει το νερό
καβάλα σε λεπτό καλάμι

Ο Μάο γράφει ποίηση και πολεμά
Κι αν δεν έχεις καθόλου όπλα,
τότε τι γίνεται, ρώτησα
Τότε είσαι ανυπεράσπιστο ζώο
που κινδυνεύεις ανά πάσα στιγμή να σε σφάξουν
Θυμήσου: το να ξέρεις μια τέχνη
είναι και κι αυτό ένα όπλο, το καλύτερο
Ένα μαχαίρι δίπλα στο βόδι
Σημαίνει ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, είπα, το ξέρω!
Παιδί μου, το ιδεόγραμμα αυτό σημαίνει πως
ό,τι μπορείς να σφάξεις
ή να το χρησιμοποιήσεις, είναι αντικείμενο
Και είδα το δέντρο έξω απ’ το παράθυρο ν’ αστράφτει
να γίνεται αμέσως χαρτί, λίπασμα, παιχνίδι
Για να ζήσεις σ’ αυτόν τον περίπλοκο κόσμο
πρέπει να γίνεις μαχαίρι (όσο πιο κοφτερό, τόσο το καλύτερο)
θα σκέφτεσαι τώρα, αλλά
όταν γίνεις μαχαίρι
είσαι πάλι εργαλείο, αντικείμενο.

Ένα τετράγωνο. Στη μέση ένας άνθρωπος
Σημαίνει ΦΥΛΑΚΗ
Οι τοίχοι μπορεί να είναι παλατιού
ή καλυβιού
Υπάρχουν αόρατοι τοίχοι
που σε φυλακίζουν με τη θαλασσινή αύρα
τη στιγμή ακριβώς που θέλεις να πετάξεις.

ΟΥΡΑΝΟΣ! Είπα με χαρά
Σωστά, αλλά όχι μόνο, είπες
Το ιδεόγραμμα σημαίνει επίσης ΚΕΝΟ
Κοίτα, στο επάνω μέρος έχει μια τρύπα, μια καταπακτή
το κάτω μέρος είναι η δουλειά
Ξανακοίταξα τον ουρανό: δυο δακρυσμένα μάτια
ένα στόμα που ουρλιάζει

Δυο άνθρωποι περπατούν δίπλα δίπλα
Σημαίνει ΑΚΟΛΟΥΘΩ, ΥΠΑΚΟΥΩ
Πώς γίνεται αυτό; Ρώτησα έκπληκτος
Τότε έφερες απ’ την κουζίνα δύο κούπες ρύζι
χτύπησες τη μία πάνω στην άλλη Πάνγκ!
και οι κούπες γίναν κομματάκια
Όπου υπάρχουν περισσότεροι από έναν άνθρωποι
υπάρχει πάντα καταπίεση, είπες
Για να πετύχει ο κοινός στόχος
οφείλεις να συμβιβαστείς
να θυσιάσεις τις ιδιοτροπίες σου
Γι’αυτό είπε ο Κουμφούκιος:
ο σοφός αποδεσμεύεται από την ομάδα

Μια γλώσσα δεξιά, νερό αριστερά
Σημαίνει ΖΩ
Το να ζεις δεν έχει καμμιά σχέση
με την επιτυχία ή τη δόξα
Αν το νερό είναι χώμα
η γλώσσα είναι δέντρο
Το ψάρι που σπαρταρά στο στεγνό χώμα
Είναι η καλύτερη ερμηνεία της ΖΩΗΣ

Ξαφνικά γύρισες την παλάμη
ΘΑΝΑΤΟΣ
Όταν ο ήλιος και τα όπλα
Θαφτούν μαζί
κάτω από μία τεντωμένη προβιά
Και κανένα χάδι ή απειλή
δεν μπορεί να προκαλέσει ρίγος


[από τη συλλογή Η καταγωγή (Στοκχόλμη, 2007) - μτφρ. από το σουηδικό πρωτότυπο: Μαργαρίτα Μέλμπεργκ]

*




















Γέσπερ Σβένμπρου

ΚΑΡΥΑΤΙΔΕΣ

"Οι Γερμανοί, οι οποίοι κλαίνε όταν γίνεται λόγος για το δεύτερο πακέτο διάσωσης προς την Ελλάδα, οφείλουν να θυμηθούν αυτά που λήστεψαν από τη χώρα στην διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου... Το ποσό, με τον τόκο, αγγίζει τα 81 δις ευρώ, τόσα χρωστούν στην Αθήνα. Αυτός είναι ένας άλλος τρόπος να βλέπεις την Ευρώπη και την ιστορία της."
- Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, Φεβρουάριος 2013

Στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής στην Ελλάδα 1941-1944
οι Καρυάτιδες κρύφτηκαν
στα σύνορα της Αρκαδίας – σ’ ένα τοπίο
που την καθαρή του ηχώ μονάχα ο Κλώντ Λορραίν
κατάφερε να ζωγραφίσει. Η λατρεία της Άρτεμης είχε προσώρας εγκαταλειφθεί.
Η ποίηση του Αλκμάνος αφέθηκε στην τύχη της
και οι Κόρες είχαν άπειρες ευκαιρίες
να εκτελέσουν στο ηλιοβασίλεμα παραλλαγές
της στροφής που τους δίδαξε ο γηραιός αρχηγέτης απ’ τις Σάρδεις.
Ζούσαν μαζεύοντας καρύδια, κι ένα μέρος της συγκομιδής
μεταφερόταν στο τριβείο για να γίνει
καρυδέλαιο. – Η καρυδιά σε αντίθεση με τη μηλιά, για παράδειγμα,
μπορεί να αφεθεί στην τύχη της και να ξαναγίνει άγρια
χωρίς να επηρεαστεί η παραγωγή της
θέτοντας έτσι το ερώτημα για το νόημα της πολιτισμένης ζωής.
Η καρυδιά μάς κάνει να σκεφτούμε τη σχέση ανάμεσα στο έντεχνο και το δημοτικό τραγούδι.
Η Διαβατήρια Άρτεμις ορίζει το όριο.
Καρυαί σημαίνει «Καρυδιές»
και είναι ο κύριος τόπος
λατρείας της Καρυάτιδος Αρτέμιδος,
φροντίζουν γι’ αυτήν οι καρυάτιδες, «οι κόρες των καρυδιών»
που για λόγους ασφαλείας έμειναν κρυμμένες
στον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο στην Ελλάδα. Όμως, μιαν ανοιξιάτικη βραδιά του 2013 εμφανίζονται απρόοπτα στην πρωτεύουσα των Γερμανών!
Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι παρόντα, οι αρχαϊκές νεαρές
ελληνίδες παρουσιάζονται με τη διατύπωση
«Οι φωνές αυτών που επέζησαν
βγαλμένες από τον περσικό τους τάφο».
Το αίτημά τους
παρά τα δυνατά τους χρώματα
δεν είναι αρχαιολογικό αλλά πολιτικό. Δικαιοσύνη!
Τραγουδούν, εκπληκτικές δυνατές ασημένιες υψίφωνες
το «Ueber allen Gipfeln» του Γκαίτε, αυτό το γερμανικό remake της μεγαλειώδους στροφής του Αλκμάνος:
«Το χρέος σας προς την Ελλάδα είναι μεγαλύτερο απ’ ότι το δικό μας προς εσάς», έτσι αρχίζει το απρόσμενο τραγούδι τους στη δροσερή ανοιξιάτικη βραδιά έξω από τη Βουλή του Βερολίνου.
«Μήπως θα χάσει η Γερμανία το δικαίωμα να έχει τον Υπερίωνα στο ράφι της βιβλιοθήκης της;»
Συμπληρώνει ο Χαίλντερλιν.
Στη συνέχεια η χορωδία τραγουδάει ένα ποίημα του Σιμωνίδη
για το ουράνιο πλοίο, την Ακρόπολη,
που μια συγκεκριμένη μέρα κατά τον μύθο
απέκτησε σημαία με αγκυλωτό σταυρό πάνω απ’ την κουπαστή. Τόσο πιστός στο πιστεύω του
είναι ο δεκαεννιάχρονος Θησέας που
με κίνδυνο της ζωής του
σκαρφαλώνει στην άκρη του ουράνιου πλοίου και κατεβάζει με βία την σβάστικα,
προτού συλληφθεί. Τι είναι πολιτισμός; Τι είναι δικαιοσύνη;
Η χορωδία των Γερμανών φιλολόγων του ’30 επαναλαμβάνει με μία φωνή:
«Δικαιοσύνη είναι να πληρώνεις το χρέος σου!»
Οι λέξεις είναι από την αρχή της Πολιτείας του Πλάτωνα
και χρεώνονται στον Σιμωνίδη.
Ο φιλόσοφος τον είχε μελετήσει σχολαστικά
και βάζει λόγου χάρη τον Σωκράτη να εξετάσει ένα από τα ποιήματά του στον Πρωταγόρα.
Η αναλογία του Σιμωνίδη ανάμεσα στην ποίηση και την ζωγραφική
άφησε κι αυτή τα ίχνη της στον Πλάτωνα:
«Το αξιοσημείωτο με τον γραπτό λόγο, Φαίδρε,
είναι ότι μοιάζει τόσο στην ζωγραφική.»
Οι φιλόλογοι επαναλαμβάνουν: «Δικαιοσύνη είναι να πληρώνεις το χρέος σου.»
Στο στόμα των Γερμανών φιλολόγων το απόσπασμα στην αρχή ακούγεται σαν μομφή
κατά της σημερινής χρεωμένης Ελλάδας,
αλλά βαθμιαία, όπως στην αρχαία τραγωδία, οι λέξεις αποκτούν άλλο νόημα.
«Το χρέος μας στην Ελλάδα είναι μεγαλύτερο
από ότι το χρέος της Ελλάδας προς εμάς!»
γράφει ο αρχηγέτης Χαίλντερλιν
παραφράζοντας τις εισαγωγικές λέξεις
της στροφής των κοριτσιών.
Ο Χαίλντερλιν χρωστάει στον Υπερίωνα.
Ο Γκαίτε χρωστάει στον Αλκμάνα.
Και το χρέος της Γερμανίας προς το ελληνικόν είναι μεγαλύτερο
από το χρέος του Βορέα στον Κέκρωπα!


[μτφρ. από τα Σουηδικά: Μαργαρίτα Μέλμπεργκ]


Σημ. της μεταφράστριας: "Οι Καρυάτιδες" πρωτοδημοσιεύτηκαν στις 9 Σεπτεμβρίου 2013 στην πρωινή, μεγάλης κυκλοφορίας σουηδική εφημερίδα, Σβένσκα Ντάγκμπλαντετ.

***

Λι Λι. Γεννήθηκε στην Κίνα το 1961. Ποιητής, φωτογράφος, κινηματογραφιστής. Σπούδασε σουηδική λογοτεχνία στο πανεπιστήμιο της Σανγκάης και μετέφρασε Σουηδούς ποιητές στα κινέζικα. Το 1989 μετανάστευσε στην Σουηδία, οπότε και εξέδωσε την ποιητική συλλογή Το βλέμμα στο νερό (γραμμένη στα σουηδικά). Ζει και εργάζεται στην Κίνα και την Σουηδία.

Γέσπερ Σβένμπρου. Γεννήθηκε στη Σουηδία το 1944. Ποιητής, αρχαιοελληνιστής, καθηγητής. Μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας από το 2006. Διευθυντής του ερευνητικού κέντρου CNRS στο Παρίσι. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1966 με την ποιητική συλλογή Συμβαίνει σήμερα. Το έργο του περιλαμβάνει ποιητικές συλλογές, πεζά, δοκίμια και μελέτες για την αρχαία ελληνική γραμματεία. Ζει και εργάζεται στην Σουηδία και την Γαλλία.

Μαργαρίτα Μέλμπεργκ. Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1951. Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Λουντ. ΄Εχει μεταφράσει έργα Στρίντμπεργκ, Ίψεν, Ντάγκερμαν, Σουηδούς ποιητές, κ.ά. Έχει γράψει δοκίμια για Σουηδούς πεζογράφους και ποιητές. Δίδαξε νεοελληνική λογοτεχνία στο πανεπιστήμια της Στοκχόλμης και της Ουψάλας. Εργάζεται ως Μορφωτική Σύμβουλος στην Πρεσβεία της Ελλάδας στην Σουηδία.


Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

οκτώβριος 2013 _ άννα γρίβα & σάκης σερέφας














Άννα Γρίβα

Η ΣΚΟΝΗ ΤΩΝ ΚΑΜΠΩΝ

Πάνω στις μυλόπετρες
οι παλάμες γαληνεύουν

αν κάνει κρύο ζεσταίνονται γλυκά
γιατί όσα χρόνια κι αν περάσουν
ο μόχθος σιγοκαίει

αν νύχτωσε κι ο ουρανός μαράθηκε
δίχως φεγγάρι δίχως Πούλια
τα νύχια λάμνουν το ταξίδι του γεωργού
που πριν το χάραμα κάνει προσφάι
και τα κατσίκια του σταυρολογά
μην έρθει μάτι πρωινό
και του σουβλίσει όλα τα νιάτα

και του αρπάξει τη γυναίκα

απ' τα απαλά σεντόνια της.

***



Σάκης Σερέφας

ΕΝΑ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΟ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΚΛΙΝΙΚΗΣ                     
ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΠΟΙΑΣ ΠΟΛΗΣ ΗΜΕΡΑ ΤΡΙΤΗ
  
Ένα χειρουργείο ιδιωτικής κλινικής
στο κέντρο κάποιας πόλης
ημέρα Τρίτη
στο υπόγειο σερβίρουν διπλά λουκάνικα
σε όλα τα γραφεία υπολογιστές μα προπέρσινοι
κι ένα τεμπελόσκυλο στην είσοδο
γαβγίζει γοερά τις υψηλές ιδέες που προσπερνούν κορνάροντας

στον πέμπτο η προϊσταμένη λέγε με Μάρθα έξτρα πρίμα
με μόνο μείον μια κιλότα συλλεκτική
προΐσταται του καλού καιρού περάστε ορίστε
ντράπηκα που πήγαμε με άδεια χέρια έστω μια πάστα μια ωδή
για το ξανθό της άφθονο μαλλί

ακολουθούν τώρα ενενήντα τρεις πανεύκολες λέξεις
όπως: (έναρξη) ακτίνες αίμα ούρα μια κουρούνα πάλι στο περβάζι
μια πάλλευκη κουρτίνα αφράτη άντε βάλε
και μια φοιτήτρια στο διπλανό κρεβάτι άρον
άρον την κοπανήσαν οι υψηλές ιδέες μόλις μπήκαμε πηδούσαν
απ’ το μπαλκόνι βουτούσαν στο σιφόνι η τηλεόραση κλειστή
κάτω κορνάρουν τα αστικά βγαίνω στο μπαλκόνι γιατί
ένας ταξιτζής είχε παρκάρει για τυρόπιτα πάει έφυγε ο τσατίλας
κρίμα δεν του πήρα τον αριθμό να του στείλω τούτο εδώ
μπας και λαλήσει όταν εννοήσει πως έτρωγε μια πίττα
κερασμένη από το σύμπαν έστω με μούντζες μην πω με φλέμα
μα μην το κάνουμε θέμα (λήξη)

όλοι γνωρίζουμε τον όρο προνάρκωση το τροχήλατο καρότσι
το βλέμμα γλαρό, το φιλί, και το χαμόγελο-ταρώ
μέχρι το ασανσέρ
παρ’ την κάτω

στο χειρουργείο

συγχρόνως
ένας μάστορης κοπανούσε χαλαρά κάτι λαμαρίνες στον διάδρομο
περνούσαν λέει πόρτες ασφαλείας  με είδε
«πώς πάει;» ρώτησε «έχω ελπίδες;»
«είσαι κιόλας μέσα, προτελευταία στροφή»
του απάντησα την τύφλα μου το φχαριστήθηκε πήρε πόζα
άρχισε τότε να βαρά παραδοσιακά και δώσ’ του μόχθος
στο στυλ ‘ο άνθρωπος μαζί κι η ύλη, της φύσης το καντήλι αυτό
που σιγοκαίει μπρος σ’ έναν απόκρυφο βωμό’
μου γύρισε τ’ άντερα
ξαναβγήκα στο μπαλκόνι
να χαζέψω λίγα κομμωτήρια έναντι

τρεις ώρες αργότερα
η πόρτα του δωματίου ξανάνοιξε.


ΕΝΑ ΣΠΙΤΙ ΣΤΟ ΔΑΣΟΣ

Ένα σπίτι στο δάσος
βράδυ Ανάστασης, πάμε να δούμε
το ζώνουν έλατα,  σκοτάδια το ακουμπούν
παρέα μας ο γκιώνης κι η αλεπού 
τι συμπαθή καρτούν.

Η μια του κάμαρη μυρίζει ύπνο
μιλάμε για ύπνο τού γαλάτου
να ένα νήπιο ανάσκελο μες στη ριλάξ φωλιά του
να κι η μάνα που κοιμάται παραδίπλα στο κρεβάτι
λογχίζοντας τους δαίμονες με τ’ άγρυπνο τρίτο της μάτι.

Μεσοτοιχία με αυτά
τριζοβολούν τα κούτσουρα στο τζάκι
τριζοβολά κι ο πάγος μες στο ποτήρι ζορισμένος
καθώς τον λούζει το ουίσκι 
από βουνίσιο νερό πάγος πλασμένος.

Πλάι στο τζάκι, ακουμπισμένο ένα πιάτο
μυρίζει λίπος όρε λουκάνικο τι πράμα που ήσουνα κρασάτο
πάνω στο λίπος καίει μπηγμένο ένα κερί
κερί φερμένο απ’ την πόλη με τον Μίκυ για στολίδι
κερί που λιώνει μα κόβει σαν λεπίδι.

Κεριά που λιώνουν κόβουν και λίπη ληγμένα
ουίσκια και νήπια, ποιον αφορούν;
ας φύγουμε πέρα, σε άλλα σπίτια, γκαραντί ευλογημένα
παρέα μας ο γκιώνης κι η αλεπού 
τι συμπαθή καρτούν!


 
ΚΟΙΤΑ ΧΑΜΟ

Και στα κουνέλια γίνεται χαμός.
Όλα τους παρά φύσιν
σκοτεινά του κερατά
μες στα κλουβιά.

Έλα Γιάννη πάμε στα κουνέλια
και γκάζι ώσπου χειρόφρενο 
σκάστε τώρα μωρέ σύμπαντα στα γέλια.

Αλσύλλιο σαν άσυλο με ούγκα
ουγκανθρώπους και πάμφωτα παιδιά
και μια τι άλλο; ψησταριά.

Τρέχεις τρέχω πίσω σου κι εγώ
φτάνεις στα σύρματα ‘κοίτα’ φωνάζεις ‘κοίτα χαμό’
ένα κουνέλι σήπεται σαπίζει δηλαδή στο χώμα
σκουλήκια τού βυζαίνουν τον λαιμό.

Ύστερα κάναμε κούνιες κάναμε πάπιες κάναμε κρα.

Έχει μεγάλο ρεπερτόριο η παιδική χαρά. 


***

Άννα Γρίβα. Γεννήθηκε το 1985 στην Αθήνα. Σπούδασε ελληνική φιλολογία. Το 2010 εξέδωσε τη συλλογή Η φωνή του σκοτωμένου (εκδ. Χαραμάδα) και το 2012 τη συλλογή Οι μέρες που ήμασταν άγριοι (εκδ. Γαβριηλίδης).

Σάκης Σερέφας. Γράφει ποίηση, πεζογραφία και θέατρο.