Alice Oswald
ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ από το Falling Awake (2016)
Μια σύντομη ιστορία πτώσης
Είναι η ιστορία της βροχής που πέφτει
για να γίνει φύλλο και να ξαναπέσει
είναι το μυστήριο της μπόρας του καλοκαιριού
να κλέβει το φως και να το κρύβει σ’ ένα λουλούδι
και κάθε λουλούδι ένα αυλάκι μικροσκοπικό
που από το χώμα βγαίνει πράσινο και βιαστικό
είναι μία από τις ευχές του νερού κι αυτό το παραμύθι
στηρίζεται σε μια ταξικαρπία μικρότερη απ’ το νύχι του
χεριού
αν εγώ μια περαστική μπορούσα μόνο να περάσω
διάφανη όσο το νερό μέσα από μια συστάδα χλόης
για να βρω το φως του ήλιου κρυμμένο καταγής
να κάνει το σπόρο ένα είδος ανυψούμενης σταγόνας της βροχής
τότε ίσως να’ ξερα σαν το νερό πώς να ζυγίζω
το βάρος της ελπίδας με το φως της δικής του υπομονής
νερό τόσο
ακατέργαστο και τόσο γήινα δυνατό
κρυμμένο
στις δεξαμενές και στάζοντας αδρό
σπρωγμένο
απ’ τη βαρύτητα στη γλώσσα μου
για να
δροσίσει τους αυλούς αυτού του τραγουδιού
που είναι
η ιστορία της βροχής που πέφτει
υψώνεται
στο φως και ξαναπέφτει
*
Κότσυφας σ’ επιβράδυνση
Τρεις άνθρωποι στο χιόνι
εξαλείφοντας τον εαυτό τους
ανάσα
την ανάσα
και κάθε έξι δευτερόλεπτα ένας κότσυφας
τρεις άνθρωποι με αδιάβροχο χάνοντας τα ίχνη τους στο χιόνι
περπατώντας ώς την άκρη και πίσω πάλι
με τα δέντρα εξαντλημένα
να
χτυπούν στον ουρανό
και κάθε έξι δευτερόλεπτα ένας κότσυφας
πρώτα τρεις μετά δύο
ανταλλάσσοντας ένα μάτι
και το μάτι είναι μια άσπρη γομολάστιχα που τους σβήνει
και στην άκρη ένας κότσυφας
δοκιμάζοντας πάλι και πάλι το σπασμένο του στίχο
δοκιμάζοντας πάλι και πάλι το σπασμένο του στίχο
*
Dunt:
ένα ποίημα για ένα αποξηραμένο ποτάμι
Πολύ μικρή και χαλασμένη και αρκετά ξερή,
μια ρωμαϊκή νύμφη των νερών φτιαγμένη από κόκαλο
προσπαθεί ν’ ανακαλέσει ένα ποτάμι από τον ασβεστόλιθο
πολύ διαβρωμένη και
ξεθωριασμένη
χωρίς το αριστερό της μπράτσο και τα δυο της πόδια κάτω απ’
το γόνατο
μια ρωμαϊκή νύμφη των νερών φτιαγμένη από κόκαλο
προσπαθεί ν’ ανακαλέσει ένα ποτάμι από τον ασβεστόλιθο
εξαντλημένη
εντελώς φθαρμένη
μια ρωμαϊκή νύμφη των νερών φτιαγμένη από κόκαλο
όντας η τελευταία γνωστή ομιλήτρια της γλώσσας της
προσπαθεί ν’ ανακαλέσει ένα ποτάμι από τον ασβεστόλιθο
μικρός απόμακρος ήχος ξερού χόρτου προσπάθησε πάλι
μια ρωμαϊκή νύμφη των νερών φτιαγμένη από κόκαλο
σε μεγάλο κίνδυνο τώρα
με σχεδόν ακατάληπτη μονότονη φωνή
προσπαθεί ν’ ανακαλέσει ένα ποτάμι από τον ασβεστόλιθο
μικρός απόμακρος ήχος ξερού χόρτου προσπάθησε πάλι
έξοχο κοκάλινο ειδώλιο με γερμένη υδρία
με φλογερή αυταρέσκεια χαμογελά κοιτάζοντας λοξά
δεν έχει φαινομενικά φωνή αλλά ένα θρόισμα που καθαρίζει το
λαιμό
σαν του ξερού χόρτου προσπάθησε πάλι
προσπαθεί γέρνοντας
χύνοντας καθαρή εξέλευση από μια γκρίζα υδρία
μικρός ήχος συρσίματος σαν ενός κυνηγού κουνελιών με πλήρη
νυχτερινή εξάρτυση,
που κρύβεται τόσο καλά μες στα ξερά βοτάνια της ιτιάς
που μια αλεπού τρέχει έξω από το δάσος
και πάνω από την πλάτη του και πέρα προσπάθησε
πάλι
προσπαθεί γέρνοντας
χύνοντας καθαρή εξέλευση από μια γκρίζα υδρία
μικροί παφλασμοί ναι
σαν του ξερού χόρτου που πίνει κρυφά προσπάθησε πάλι
μικροί παφλασμοί ναι
σαν του ξερού χόρτου που πίνει κρυφά προσπάθησε πάλι
ρωμαϊκό κοκάλινο ειδώλιο
χρόνο με το χρόνο σε μια σφραγισμένη γυάλινη προθήκη
έχοντας χάσει τη δυνατότητα ακοής του περιβάλλοντός της
αγωνίζεται ν’ ανακαλέσει ένα ποτάμι από τον ασβεστόλιθο
μικρός συρτός ήχος σαν από παντόφλες που πλησιάζουν,
χρόνο με το χρόνο σε μια σφραγισμένη γυάλινη προθήκη
μια ρωμαϊκή νύμφη των νερών φτιαγμένη από κόκαλο
αγωνίζεται ν’ ανακαλέσει ένα ποτάμι από τον ασβεστόλιθο
μικρός συρτός ήχος σαν από μια σχεδόν αποξηραμένη γυναίκα
όχι πραγματικά γυρίζοντας μες στους αγρούς
καθώς της έχουν πάρει τη φεγγοβολή
σε σημείο που να μοιάζει με λυκόφως προσπάθησε πάλι
μικρό συρτό κουδούνισμα
ανοίγει την πόρτα της εκκλησιάς
μικροί απόμακροι ήχοι κλεισμένων ύμνων προσπάθησε πάλι
μικρή ψιθυριστή ανησυχία ενός κλεισμένου εκκλησιάσματος
που διερωτάται σε
ποιον να προσευχηθεί
μικρό κουβεντολόι ματιών που κλείνουν προσπάθησε πάλι
πολύ μικρή και χαλασμένη και αρκετά ξερή
μια ρωμαϊκή νύμφη των νερών φτιαγμένη από κόκαλο
υπερασπίζεται υπερασπίζεται ένα ποτάμι από τον ασβεστόλιθο
μικρά παραπατήματα ενός σχεδόν αποξηραμένου ποταμιού
όχι πραγματικά γυρίζοντας μες στους αγρούς
καθώς του έχουν πάρει τη φεγγοβολή
σε σημείο που να μοιάζει με λυκόφως.
μικρή γκρινιάρικη τρεμάμενη ύστατη προσπάθεια σ’ ένα ποτάμι
περισσότερες τσουκνίδες παρά νερό προσπάθησε πάλι
πολύ αμίλητη πολύ σπασμένη γριά γυναίκα
χωρίς το αριστερό της μπράτσο και τα δυο της πόδια κάτω απ’
το γόνατο
προσπαθεί ν’ ανακαλέσει ένα ποτάμι από τον ασβεστόλιθο
μικρό υπερθερμασμένο απομυζημένο
χαμηλής φωτιάς αναλαμπές από τις πέτρες
δύσκολος ύπνος και ρίγη κι αγκίστρωση στα δικαιώματά του
θύμα του Swindon
νερόλακκος σωρός από σκουπίδια
φτωχογειτονιά με μια παραπρασινισμένη καρδάρα και σβουνιές
που οι καραβίδες του είναι φτηνές εργαλειοθήκες
φτιαγμένες από τη λάσπη που αναδεύεται όταν σηκώνεται μια
πέτρα
είναι ένα θλιβερό ομοίωμα της καθαρής ροής
στην προσπάθειά του να προφτάσει αυτό που έχει ήδη φύγει
τη βάρκα το μύλο τον υδατοφράχτη
τις δυο ενυδρίδες που χαζεύουν στο πλάι
προχώρα
και λεν ω λεν
τις μέρες της καλύτερης βροχής
πλημμύριζε πέντε κοιλάδες
κι υπήρχαν αγελάδες και σκαμνιά του αρμέγματος
που είχαν καβαλήσει τους τοίχους των κήπων
και όταν πάγωνε μπορούσες να πατινάρεις πέντε μίλια ναι προχώρα
μικρό τέλος χαλαρό η συντομογραφία δεν εκπροσωπείται εδώ
όμορφος αχρηστεμένος δρόμος για τη θάλασσα
διαδρομή ψαριών χωρίς σχεδόν κανένα ψάρι
– μετάφραση: Δημήτρης Κηλαϊδίτης
Η Alice Oswald (1966) είναι
πολυβραβευμένη Αγγλίδα ποιήτρια, με ομηρικές σπουδές στην Οξφόρδη. Από το 1996
έχει εκδώσει επτά ποιητικές συλλογές, ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζουν οι Dart (2002), Woods etc (2005),
Memorial (2011), που είναι και η μόνη μεταφρασμένη ελληνικά (Μνημείο πεσόντων, μετάφραση Μυρσίνης
Γκανά, Εκδόσεις Μελάνι, 2018) και Falling Awake (2016), που είναι η τελευταία
και στην οποία περιλαμβάνονται τα τρία μεταφρασμένα εδώ ποιήματα.
Δημήτρης Κηλαϊδίτης. Συνταξιούχος ιδιωτικός υπάλληλος. Έχει ασχοληθεί με την κριτική (ερμηνευτική προσέγγιση) νεοελληνικών ποιημάτων και την μετάφραση αγγλόφωνης ποίησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου