Θανάσης Χονδρός και Αλεξάνδρα Κατσιάνη
ΕΔΩ ΚΙ ΕΚΕΙ ΣΤΟ VORONEZH (ΜΕ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ)
1.
Τον οδηγό, όχι, δεν του έδωσα σημασία μπαίνοντας στο 127, μόνο πλήρωσα και έριξα παραξενεμένος μια ματιά στο χαλάκι που είχε κρεμάσει πίσω από το κάθισμά του για να τον χωρίζει από τους επιβάτες. Όταν όμως, πριν διανύσουμε είκοσι μέτρα, άρχισε να βήχει ακατάπαυστα, τότε τράβηξε την προσοχή όλων. Κοιτάζονταν έκπληκτοι στην αρχή, μετά αντάλλασσαν χαμόγελα, χαμηλόφωνα σχόλια, αλλά, όσο ο βήχας δυνάμωνε, κατέληξαν σε φωνές προς τον οδηγό που απαντούσε θυμωμένος χωρίς να σταματά να βήχει. Τι του έλεγαν; Τι τους έλεγε; Θα ‘θελα να ξέρω τη γλώσσα να καταλάβω κάποιες λέξεις. Δεν κατάλαβα όμως ούτε πως προσπεράσαμε την στάση όπου είχαμε ραντεβού. Πήρα να γυρίσω τρέχοντας γιατί ξέσπασε βροχή. Βλέπεις, έγινα μούσκεμα. Αύριο δεν αποκλείεται να βήχω.
2.
Βρήκε μια χελώνα στο πάρκο.
Δεν υπάρχουν χελώνες σ’ αυτά τα κλίματα, είπε.
Δεν υπάρχουν χελώνες;
Ήταν σίγουρος πώς δεν υπάρχουν χελώνες σ’ αυτά τα κλίματα.
Τις φέρνουν απ’ αλλού
και τις πουλούν για κατοικίδια.
Ανήκε σε κάποιον.
Ξέφυγε από κάποιον. Κάποιος την έχασε.
Όμως δεν έχει κάτι χαρακτηριστικό,
όπως λουράκι τα σκυλιά, για να το ξέρει.
Ήταν σίγουρος πως κάποιος την έχασε,
σε κάποιον ανήκε.
Πήρε το 37A και κατευθύνθηκε προς το κέντρο
αποφασισμένος να βάλει αγγελία
στην τοπική εφημερίδα.
Αν με φρόντιζε όσο τα ζώα…
3.
Αφοσιωμένη στο βιβλίο της άργησε να καταλάβει ότι ο οδηγός του λεωφορείου δεν έκανε απλώς την υποχρεωτική κυκλική πορεία αλλά γύριζε δύο και τρεις φορές την πλατεία
παρατηρώντας
το λαμπερό αυτοκίνητο στραπατσαρισμένο στον διαφημιστικό στύλο,
τη νεαρή οδηγό αφημένη στο χορτάρι με πρόσωπο κρυμμένο στα χέρια,
στο ρείθρο τον σκύλο που σφάδαζε βουβά,
τη γριά που μάζευε σκόρπιες πατάτες απ’ το οδόστρωμα βρίζοντας «σούκα, σούκα».
Έχασε τη σελίδα.
4.
Σαν να αναδιπλώθηκε ο χρόνος
διαχέοντας τα χαρακτηριστικά του ενός οδηγού
στο πρόσωπο του άλλου.
Πήραμε το πρωί το 15 για τη Γιουγκοζαπάτνι,
εκεί που στήνεται το σαββατιάτικο σκουπιδοπάζαρο,
η μπαραχόλκα. Το μεσημέρι
για το μουσείο Κραμσκόι
πήραμε το 90. Τα λεωφορεία
ήταν το ίδιο παλιά,
το ίδιο φθαρμένα. Οι επιβάτες πάντως
δεν επιδέχονταν συσχετισμούς.
Αλλά πώς γίνεται να μοιάζουν τόσο
οδηγοί που ακολουθούν αντίθετες κατευθύνσεις;
5.
Μέρα γιορτής
γεμάτο λεωφορείο
οικογένειες στον δρόμο για το νεκροταφείο
να γευματίσουν κοντά στους νεκρούς τους.
Κορίτσι με επίμονο βλέμμα
απλώνει το χέρι
μου προσφέρει ένα δόντι.
Στην έκπληξή μου απαντά με γάργαρο γέλιο.
Ένα χάσμα.
*
Θανάσης Χονδρός και Αλεξάνδρα Κατσιάνη. O Θανάσης Χονδρός γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1953. Η Αλεξάνδρα Κατσιάνη γεννήθηκε στη Σιάτιστα το 1954. Συναντήθηκαν το 1973. Από το 1974 συντονίζουν τη συμπεριφορά τους σε οποιοδήποτε χώρο με οποιοδήποτε μέσο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου