Γιώργος Κακαές
ΙΟΥΝΙΟΣ
Η ώρα του θερισμού:
Κάρτα ανεργίας και μήνες προϋπηρεσίας.
Τσίπουρα διπλάσια από μπίρες.
Ένα παραλίγο χαμένο τετράδιο με άχρηστους στίχους.
~
Δήμητρα Κωτούλα
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
ΓΙΑ ΠΕΝΤΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΜΥΘΟ*
(...τώρα
ο πρίγκιπας ή η άμπελος έχοντας καταπιεί
το ξόρκι, πληγωθεί, επιζήσει και αφού
σκότωσε το βασιλιά και το δράκο -το χρώμα
στα πανιά δε φαίνεται να έχει ακόμη
καμιά σημασία- πηγαίνει να ζητήσει τη
γυναίκα που θα ’θελε δικό του ρόδο, για
γυναίκα ενός άλλου...)
Αν
σταθείς προσεχτικά θα τα δεις όλα –
τον
άγγελο να γυμνάζεται με την πύρινη
ρομφαία στη δοκό του χρόνου
τη θλίψη
στα νερά της ύπαρξης σαν ομίχλη πάνω
από λίμνη
την
πράσινη σταγόνα του ονείρου να ισορροπεί
–χωρίς
διαφυγή–
στον
πλαστικό αέρα του θερμοκηπίου
–εισπνοή
/ εκπνοή–
της
αιώνιας ανθρώπινης περιπέτειας.
Αν
σταθείς ακίνητος- προσεχτικά
θα δεις
το
μεσαιωνικό μύθο ν’ αντανακλάται
στις
πέντε ακριβείς διαστάσεις του
αίμα
να χύνεται στο όνομα του βασιλιά, για
την τιμή ή την αγάπη
ύπαρξη
με ύπαρξη ν’ αναγνωρίζονται
το μύθο
να εκκρεμεί –πώς αλλιώς;–
ανάμεσα
σ’ επιθυμία και παραίτηση
στάσου
ο χρόνος
ένα καλόβολο ζώο που μπλέκεται μέσα στα
πόδια μας
ό,τι
συμβαίνει δε συμβαίνει πια- αλλά είναι
το
ρόδο μαζεύει ένα-ένα τ’ αγκάθια του
επίμονος
ομφάλιος λώρος η κληματαριά έλκεται
γύρω του
ενώ η
ανάγνωση κάθε απόγευμα πιστά συνεχίζεται
δέκα
και έξι μήνες τώρα
στους
τέσσερις τοίχους μιας καλύβας-άσυλο
σβήνοντας
ένα-ένα τα ψηφία
σε
ανάστροφη κίνηση
‘κάτι
πρέπει να μείνει αναλλοίωτο’
μονολογούν
οι εραστές
μέχρι
το τέλος
ή και
μετά το τέλος
χωρίς
γαμήλιους όρκους ή πανιά που εξαπατούν
–
Αν
σταθείς –ακροατή– προσεχτικά
θα δεις
τις
λεπτές μαύρες χορδές
–αλλόκοτα
ψηφία μιας πιο εύγλωττης γλώσσας–
να
φτιάχνουν, τώρα εδώ, μπροστά σου
ένα
τραγούδι μάταιο σχεδόν παιδικό
για ένα
φίλτρο –λέει– μαγικό
που
έφερε για άλλη μια φορά
τον-πάντα-λάθος-έρωτα
για ένα
ζευγάρι άσπρα πανιά
που το
οξύ μελάνι της αγάπης
έβαψε
μαύρα.
*
Τον χειμώνα του 1857-1858, ο Richard
Wagner,
εγκαταστημένος στη Ζυρίχη, εμπνέεται
και μελοποιεί πέντε ποιήματα της μούσας
και συζύγου τού εκεί πάτρωνά του, Otto
Wesendonck,
Mathilde.
Τα περίφημα Wesendonck
Lieder
και η εντατική εργασία του συνθέτη στο
επονομαζόμενο ‘άσυλο’, κατοικία που
τού παραχωρήθηκε από τον Wesendonck
δίπλα στη δική του βίλλα, θα οδηγήσουν
λίγο αργότερα στη σύνθεση του Τριστάνος
και Ιζόλδη, έργο
από τα πλέον χαρακτηριστικά της
‘παρέκκλισης’ του βαγκνερικού ύφους
που ο Νίτσε, αρχικά λάτρης και αργότερα
ο κύριος αρνητής του, περιγράφει ως ‘τη
γυμναστική του άσχημου στο σκοινί της
αρμονίας’. Τα δυο έργα του αυτά έδωσαν
το έναυσμα γι’ αυτό το ποίημα.
~
Μαρία Τοπάλη
ΞΑΝΑΜΑΓΕΜΑ
Πλησιάζονται.
Αφότου
πέθανε
ο
τελευταίος μάγος της φυλής
έχουν
ξεκουρδιστεί τα λόγια τους·
πια δεν
χτυπά εντός τους
ούτε
μέλος ούτε και ρυθμός.
Όμως
τα σύννεφα
θα
ταξιδέψουν από πάνω τους ψηλά
κι η
λίμνη θα τα καθρεφτίσει.
Η βροχή
θα τους
ωθήσει
σε μια
παλιά σωματική αποδοχή.
Και
κάπως έτσι
θα είχαν
κάποτε
αρχίσει.
Χορευτικά
μαζί
και
τελε-τουργικά
θα είχε
εκβληθεί
ο πρώτος
βόγκος.
Αθήνα,
Οκτώβριος 2013
Εκδοτική σημείωση:
Τα ποιήματα της Δήμητρας Κωτούλα
και της Μαρίας Τοπάλη, που δημοσιεύτηκαν στο τεύχος Ιουνίου 2014, γράφτηκαν ειδικά για
να διαβαστούν από τις ίδιες στις 11
Νοεμβρίου 2013, στην αίθουσα συναυλιών
του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός»,
στο αφιέρωμα στον Ρίχαρντ Βάγκνερ, «Ήχοι
και Στίχοι», μετά από σχετική πρόσκληση
της υψιφώνου Λένιας Ζαφειροπούλου, που
τραγούδησε τα Βέζεντονκ
Λήντερ του συνθέτη, με τον
Νίκο Λαάρη στο πιάνο. Η Μαρία Τοπάλη,
μετά το «Ξαναμάγεμα», διάβασε το –ομοίως
βαγκνερικής έμπνευσης– δημοσιευμένο
(στο βιβλίο της, Σερβίτσιο
τσαγιού, εκδ. Νεφέλη, 1999)
ποίημά της, «Ασυγχώρητοι (ή: οι Αιώνιοι
Εραστές)». Την βραδιά εκείνη επίσης, ο
Ορφέας Απέργης διάβασε το δημοσιευμένο
(στο βιβλίο του, Υ,
εκδ. Πατάκη, 2011) ποίημά του με βαγκνερικές
αναφορές, «Cobalt
blues»,
και ο Παναγιώτης Ιωαννίδης, ένα ποίημά
του γραμμένο ειδικά για την περίσταση.
~
Νίνο Πεντρέττι
ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ
ΤΩΝ ΔΡΟΜΩΝ
Οι δρόμοι
είναι όλοι του
Μαντσίνι, του Γκαριμπάλντι,
αφιερωμένοι
όλοι σε πάπες,
σε συγγραφείς,
σ' αυτούς που
δίνουν διαταγές, σ' αυτούς που κάνουν
πόλεμο.
Ποτέ δεν
τυχαίνει να δεις:
οδός κάποιου
που ’φτιαχνε καπέλα,
οδός κάποιου
που στεκόταν κάτω από μια κερασιά,
οδός κάποιου
που δεν έκανε τίποτα,
γιατί πήγαινε
βόλτα
καβάλα σε μια
φοράδα.
Και να σκεφτείς
ότι ο κόσμος
είναι φτιαγμένος
απ’ ανθρώπους σαν και λόγου μου,
που μασουλάν
ραδίκια
μπροστά στο
παραθύρι τους
χαρούμενοι
που στέκουνε κατακαλόκαιρο
ξυπόλητοι.
[μτφρ.: Τραϊανός
Μάνος]
Ο ΓΕΡΟΣ
Μη με ρωτάτε:
έκανες τίποτα,
πού πήγες,
συνάντησες
κανέναν
στον δρόμο.
Είμαι γέρος:
έχασα τους
φίλους μου,
πάω αργά
σαν σαλιγκάρι.
Αν μπουμπουνίζει,
φορώ ένα καπελάκι,
βγαίνω στον
κήπο,
στην ταράτσα,
στύβω κανένα
πορτοκάλι.
Για τη γυναίκα
μου
άφησα λεφτά
στο τραπέζι,
παιδιά,
είναι βαρύ να γερνάς
και να πεθάνω
τώρα,
που πήρα
καινούρια γυαλιά, με θλίβει.
[μτφρ.:
Τραϊανός Μάνος]
ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ
Αυτό το γεφύρι
που χτίζεις με τα μάτια,
όταν είσαι
μακριά απ’ το σπίτι,
το διαβαίνουν
οι ξενιτεμένοι
που συναντάς.
[μτφρ.:
Τραϊανός Μάνος]
***
Γιώργος Κακαές.
Γεννήθηκε και προσπαθεί να ζήσεις
στην Αθήνα. Περισσότερα εδώ: verbalistes.gr.
Δήμητρα Κωτούλα. Μεγάλωσε στην Ξάνθη. Σπούδασε Αρχαιολογία και Τέχνη. Η ποιητική της συλλογή, Τρεις Νότες για μια Μουσική, κυκλοφόρησε το 2004. Έχει μεταφράσει αγγλόφωνη ποίηση. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
Μαρία
Τοπάλη. Γεννήθηκε στη
Θεσσαλονίκη και σπούδασε νομικά στην
Αθήνα και τη Φρανκφούρτη. Δημοσιεύει
ποίηση, κριτική και μεταφράσεις και
εργάζεται στο ΕΚΚΕ. Το τελευταίο βιβλίο
της, Για Τέσσερα Χέρια,
γράφτηκε μαζί με τον Κωνσταντίνο
Ματσούκα.
Νίνο Πεντρέττι (Nino Pedretti, 1923-1981). Ιταλός ποιητής, ο οποίος έγραφε -εκ πεποιθήσεως- στα ρομανιόλικα(romagnolo), ιταλική διάλεκτο της βόρειας Ιταλίας. Το μεγαλύτερο μέρος της ποίησής του είναι συγκεντρωμένο στον τόμο Al vousi e altre poesie in dialetto romagnolo (2007).
Τραϊανός Μάνος. Φιλόλογος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου